“Δεν πάω πουθενά”. Με αυτά τα λόγια απαντά ο γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ στο κάλεσμα άλλων Δημοκρατικών γερουσιαστών να παραιτηθεί στη σκιά της παραπομπής του για δωροδοκία. Χρησιμοποιώντας την ίδια γλώσσα που είχε χρησιμοποιήσει και την προηγούμενη φορά που είχε παραπεμφθεί για το ίδιο αδίκημα, το 2015 (τότε η υπόθεση είχε απορριφθεί λόγω κακοδικίας), ο Μενέντεζ κατηγορεί κάποιους ότι τον “σπρώχνουν από τη θέση” του και υπόσχεται ότι δεν θα ξεχάσει ποιοι είναι.
Αποχωρεί, ωστόσο, από τη θέση του Προέδρου της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας, στην οποία θα επιστρέψει όταν ή αν αθωωθεί.
“Για χρόνια, δυνάμεις στο παρασκήνιο έχουν επανειλημμένα επιχειρήσει να σιγήσουν τη φωνή μου να σκάψουν τον πολιτικό μου τάφο”, αναφέρει ο Μενέντεζ σε δήλωσή του- λόγια που είχε πει έξι χρόνια νωρίτερα. Αυτή τη φορά ωστόσο, δεν έχει τη στήριξη των Δημοκρατικών και δη του κυβερνήτη του Νιού Τζέρσεϊ, Φιλ Μέρφι και άλλων γερουσιαστών, μεταξύ των οποίων κάποιοι από την πολιτεία που εκλέγεται ο Μενέντεζ. Ο Μέρφι, ο οποίος είναι και πρόεδρος των Δημοκρατικών στο Νιου Τζέρσεϊ λέει ότι “τα φερόμενα ως γεγονότα είναι τόσο σοβαρά που θέτουν σε κίνδυνο την ικανότητα του γερουσιαστή Μενέντεζ να εκπροσωπήσει με επιτυχία τον λαό της πολιτείας μας. Ως εκ τούτου, τον καλώ να υποβάλει άμεσα την παραίτησή του”.
Πάντως όσοι ξέρουν καλά τον Μενέντεζ, τονίζουν ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να παραιτηθεί χωρίς να προηγηθεί μάχη και ότι, σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν πέσει, θα το κάνει μαχόμενος. Ήδη, άλλωστε, ο γερουσιαστής απορρίπτει τις φωνές για παραίτηση τονίζοντας ότι “παραμένω συγκεντρωμένος στο να συνεχίσω τη σημαντική δουλειά μου και δεν θα αποσπαστώ από αβάσιμους ισχυρισμούς”, ενώ κατηγορεί τις αρχές του Κογκρέσου που κίνησαν την υπόθεση ότι “παρανόησαν την κανονική δουλειά τους”.
Ο γερουσιαστής Μενέντεζ και οι συγκατηγορούμενοί του, η σύζυγός του Ναντίν και τρεις επιχειρηματίες αναμένεται να εμφανιστούν στο Περιφερειακό Δικαστήριο της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης, στο κάτω Μανχάταν, στις 10:30 το πρωί της Τετάρτης και θα απολογηθούν αργότερα την ίδια ημέρα.
Ο Χανά και οι κατηγορίες για την Αίγυπτο
Μεταξύ των ισχυρισμών του κατηγορητηρίου είναι ότι ο Μενέντεζ “παρείχε ευαίσθητες πληροφορίες στην κυβέρνηση των ΗΠΑ και έλαβε άλλα μέτρα που βοήθησαν κρυφά την κυβέρνηση της Αιγύπτου”. Λέει επίσης ότι ο γερουσιαστής άσκησε πιέσεις σε αξιωματούχο του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ με σκοπό την προστασία ενός επιχειρηματικού μονοπωλίου που παραχωρήθηκε από την Αίγυπτο στον Χανά, ο οποίος είναι Αιγύπτιος αμερικανικής καταγωγής.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Χανά και η Ναντίν Μενέντεζ “ήταν φίλοι για πολλά χρόνια” πριν αρχίσει να βγαίνει με τον γερουσιαστή. Στις αρχές του 2018, ενημέρωσε τον Χανά ότι έβγαινε με τον Μενέντεζ και “κατά τους επόμενους μήνες και χρόνια”, συνεργάστηκαν για να συστήσουν Αιγύπτιους αξιωματούχους των μυστικών υπηρεσιών και του στρατού στον γερουσιαστή “με σκοπό τη δημιουργία και την εδραίωση μιας διεφθαρμένης συμφωνίας” στην οποία ο Χανά, με τη βοήθεια των δύο άλλων επιχειρηματιών που κατηγορούνται επίσης, “παρείχε δωροδοκίες εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων” στον γερουσιαστή και τη σύζυγό του “σε αντάλλαγμα για τις πράξεις και τις παραβάσεις καθήκοντος του Μενέντεζ προς όφελος της κυβέρνησης της Αιγύπτου, του Χανά και άλλων, μεταξύ άλλων σε σχέση με τις πωλήσεις στρατιωτικού υλικού στο εξωτερικό και την ξένη στρατιωτική χρηματοδότηση”, αναφέρεται στην έκθεση κατηγορητηρίου.
Γύρω στον Μάρτιο του 2018, ο Μενέντεζ φέρεται να συναντήθηκε με Αιγύπτιους στρατιωτικούς αξιωματούχους “σε μια συνάντηση που οργανώθηκε και στην οποία συμμετείχαν η τότε φίλη του, Ναντίν Μενέντεζ και ο φίλος της Χανά” στο γραφείο του γερουσιαστή στην Ουάσινγκτον, αναφέρει το κατηγορητήριο. Στη συνάντηση δεν συμμετείχε επαγγελματικό προσωπικό από το γραφείο του στη Γερουσία ή την Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας.
Τον Μάιο του 2018, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο γερουσιαστής ζήτησε από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ “μη δημόσιες πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό και την εθνικότητα των ατόμων που υπηρετούν στην πρεσβεία των ΗΠΑ στο Κάιρο της Αιγύπτου”, οι οποίες θεωρούνταν “εξαιρετικά ευαίσθητες”, επειδή θα μπορούσαν “να προκαλέσουν σημαντικές ανησυχίες για την επιχειρησιακή ασφάλεια, εάν αποκαλυφθούν σε μια ξένη κυβέρνηση ή εάν δημοσιοποιηθούν”. Χωρίς να ενημερώσει κανέναν από το προσωπικό του στο Καπιτώλιο ή το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, φέρεται να έστειλε την πληροφορία αυτή με γραπτό μήνυμα στην τότε φίλη του, τη Ναντίν. Εκείνη την προώθησε στον Χανά, ο οποίος στη συνέχεια την προώθησε σε έναν Αιγύπτιο κυβερνητικό αξιωματούχο, σύμφωνα με το κατηγορητήριο.
Τον ίδιο μήνα, το κατηγορητήριο αναφέρει ότι η Ναντίν Μενέντεζ μετέφερε αίτημα ενός Αιγύπτιου αξιωματούχου προς τον γερουσιαστή, ο οποίος ζητούσε βοήθεια για την επεξεργασία και τη σύνταξη μιας επιστολής με την οποία ασκούσε πιέσεις σε άλλους γερουσιαστές των ΗΠΑ για να υποστηρίξουν την αμερικανική βοήθεια προς την Αίγυπτο.
Οι εισαγγελείς λένε ότι ο Μενέντεζ “επιμελήθηκε μυστικά και έγραψε την επιστολή του αιτήματος για λογαριασμό της Αιγύπτου, επιδιώκοντας να πείσει άλλους γερουσιαστές των ΗΠΑ να αποδεσμεύσουν τη βοήθεια προς την Αίγυπτο ύψους 300 εκατομμυρίων δολαρίων”. Της έστειλε αυτή την επιστολή-φάντασμα από τον προσωπικό του λογαριασμό και στη συνέχεια εκείνη την προώθησε στον Χανά, ο οποίος στη συνέχεια μετέφερε το προσχέδιο στους Αιγύπτιους αξιωματούχους. Το κατηγορητήριο αναφέρει ότι το ζευγάρι διέγραψε το email στο οποίο η Ναντίν ζητούσε από τον γερουσιαστή να γράψει την επιστολή.
Τον Μάρτιο του 2020, η Ναντίν Μενέντεζ έστειλε μήνυμα σε Αιγύπτιο αξιωματούχο ότι “όποτε χρειαστείς οτιδήποτε έχεις τον αριθμό μου και θα τα καταφέρουμε όλα”, αναφέρει το κατηγορητήριο. Λίγες ημέρες αργότερα, κανόνισε να συναντηθεί ο γερουσιαστής με τον εν λόγω αξιωματούχο, τον οποίο αποκαλούσε “στρατηγό”, για να συζητήσουν τις διαπραγματεύσεις σχετικά με ένα φράγμα στον ποταμό Νείλο στην περιοχή της Αιθιοπίας, του Σουδάν και της Αιγύπτου. Τελικά, ο γερουσιαστής Μενέντεζ απευθύνθηκε στους υπουργούς Οικονομικών και Εξωτερικών με επιστολή στην οποία έγραφε ότι “εκφράζει την ανησυχία μου για τις καθυστερημένες διαπραγματεύσεις”.