
Του Βασίλη Ταλαμαγκα
Τα πρόσφατα στοιχεία από Eurostat και ΕΛΣΤΑΤ αποτυπώνουν με δραματικό τρόπο την πραγματικότητα που βιώνει μεγάλο μέρος των Ελλήνων — και δείχνουν ότι οι κοινωνικές ανισότητες όχι μόνο δεν μειώθηκαν, αλλά επιδεινώθηκαν το 2024. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ, το 26,9% του πληθυσμού (περίπου 2,740,051 άτομα) βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, ποσοστό αυξημένο κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2023.
Σε πανευρωπαϊκή σύγκριση, η Ελλάδα κατατάσσεται ως η τρίτη χειρότερη χώρα σε δείκτη φτώχειας/αποκλεισμού, μετά τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Ο μέσος όρος στην Ε.Ε. το 2024 έφτανε το 21%, κάτι που σημαίνει πως το ελληνικό ποσοστό υπερβαίνει κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν πως, παρά τις όποιες πολιτικές «στήριξης» και κυβερνητικές εξαγγελίες, η «ψαλίδα» της ανισότητας διευρύνεται.
Οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες είναι:
-Παιδιά κάτω των 18 ετών: το 27,9% εξ αυτών κινδυνεύει από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό — ποσοστό ελαφρώς μειωμένο, αλλά εξακολουθεί υψηλό.
-Μονογονεϊκές οικογένειες ή νοικοκυριά με έναν ενήλικα και παιδιά — όπου ο δείκτης αγγίζει το 43,7%.
-Νοικοκυριά που ζουν σε ενοικιαζόμενη κατοικία (το 32,2% είναι στο «κόκκινο») ή γενικά με υψηλή στεγαστική επιβάρυνση.
Αυτό δείχνει πως η κρίση δεν είναι οριζόντια: χτυπάει δυσανάλογα όσους βρίσκονται ήδη σε ευάλωτη θέση.
Η αύξηση του ποσοστού δεν οφείλεται απλώς σε στατιστική μεταβολή — υπάρχουν συγκεκριμένοι «μοχλοί»:
-Η αύξηση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας: από 18,9% το 2023 σε 19,6% το 2024.
-Η αύξηση της υλικής και κοινωνικής στέρησης: από 13,5% σε 14%.
Η συνεχιζόμενη οικονομική αστάθεια με χαμηλά εισοδήματα, υψηλό κόστος ζωής, ανεπαρκή κοινωνική στήριξη για πολλούς.
Η πραγματική ζωή δεν είναι νούμερα. Παιδιά που δεν έχουν πρόσβαση σε βασικά αγαθά, οικογένειες που δυσκολεύονται να καλύψουν στέγαση και θέρμανση, νέοι με χαμηλές προσδοκίες , η κρίση και ο κοινωνικός αποκλεισμός τους χτυπούν εκεί όπου η “φέρουσα ικανότητα” είναι ήδη περιορισμένη.
Η επιδείνωση των δεικτών φτώχειας και ανισότητας εν μέσω — υποτίθεται — “οικονομικής ανάκαμψης” — προκαλεί ερωτήματα για τις επιλογές και τις πολιτικές του κυβερνώντος κόμματος. Τι νόημα έχει η αύξηση του ΑΕΠ, αν την ίδια στιγμή αυξάνεται η «μάχη για την επιβίωση» για πάνω από 1 στους 4 κατοίκους;
Η Ελλάδα χρειάζεται μια συνολική αναθεώρηση στην κοινωνική πολιτική: επαρκείς μισθούς, προστασία για ευάλωτες ομάδες, κατοικία με αξιώσεις και πρόσβαση σε υπηρεσίες — σχολεία, υγεία, δημόσιες δομές — ώστε η οικονομική ανάπτυξη να συνοδεύεται από δίκαιη κατανομή.
Αλλιώς, οι δείκτες θα συνεχίσουν να πηγαίνουν «πάνω» και η «ανάπτυξη» θα παραμένει στα χαρτιά — ενώ η κοινωνική πραγματικότητα θα χειροτερεύει.






