Η κατάσταση σχετικά με τη χρήση λογισμικού παρακολούθησης πρέπει να διευκρινιστεί επειγόντως, λόγω των Εκλογών που θα διεξαχθούν το 2023 στην Ελλάδα, αναφέρει προσχέδιο της Έκθεσης της Επιτροπής PEGA του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα λογισμικά υποκλοπών.
Σε συνέντευξη Τύπου για το προσχέδιο του Πορίσματος και αναφερόμενη στα λογισμικά παρακολούθησης, η Εισηγήτρια της PEGA, Σοφί Ιν’τ’Βελτ έκανε λόγο για ευρωπαϊκό ζήτημα.
Τόσο η ΕΥΠ όσο και η κυβέρνηση αρνούνται κατηγορηματικά ότι το Predator έχει ποτέ αγοραστεί ή χρησιμοποιηθεί από τις ελληνικές Αρχές. Σύμφωνα με την PEGA δεν φαίνεται να υπάρχει έντονη αναζήτηση για την προέλευση των επιθέσεων με λογισμικό παρακολουθήσεων.
Επίσης, υπογραμμίζεται ότι μετά τις αποκαλύψεις των παρακολουθήσεων, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει προτείνει αλλαγές στο πλαίσιο λειτουργίας της ΕΥΠ.
Επισημαίνεται ακόμη από την PEGA ότι η παρακολούθηση για πολιτικούς λόγους δεν είναι καινούργια για την Ελλάδα, αλλά οι νέες τεχνολογίες λογισμικού Κατασκοπείας διευκολύνουν πολύ την παράνομη παρακολούθηση, ιδίως σε ένα πλαίσιο σοβαρά εξασθενημένων διασφαλίσεων.
Ωστόσο, όπως προσθέτει, διαβρώνει εξίσου τη Δημοκρατία και το Κράτος Δικαίου και δίνει άφθονο χώρο στη διαφθορά, ενώ αυτές οι ταραγμένες εποχές απαιτούν αξιόπιστη και υπεύθυνη ηγεσία.
Το προσχέδιο της Έκθεσης, εκτιμά παράλληλα ότι οι αποκαλύψεις για χρήση λογισμικού παρακολούθησης και η παρακολούθηση δημοσιογράφων από την ΕΥΠ αφηγούνται μια πολύ ανησυχητική ιστορία ενός περίπλοκου και αδιαφανούς δικτύου σχέσεων, πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων, ευνοιών και νεποτισμού και πολιτικής επιρροής.
Ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων για την ταυτότητα του αγοραστή και χρήστη του Predator στις ελληνικές περιπτώσεις, δεν μπορεί να εξακριβωθεί με βεβαιότητα ποιος παράγοντας έχει αποκτήσει το Predator, υπογραμμίζει το προσχέδιο της Έκθεσης της PEGA.
Αναφέρεται επίσης ότι η κατάσταση στην Ελλάδα είναι αδιαπέραστης πολυπλοκότητας, αλλά υπάρχουν λίγα πρόσωπα και οντότητες που διαδραματίζουν βασικό ρόλο.
Τέλος, στο προσχέδιο της Έκθεσης σημειώνεται ότι η Ελλάδα έχει κατ’ αρχήν ένα αρκετά ισχυρό νομικό πλαίσιο. Ωστόσο, οι νομικές τροποποιήσεις έχουν αποδυναμώσει κρίσιμες διασφαλίσεις και ο πολιτικός διορισμός σε βασικές θέσεις αποτελεί εμπόδιο στον έλεγχο και τη λογοδοσία.
Καταπέλτης για τη χρήση παράνομων λογισμικών, αλλά και γροθιά στο στομάχι για την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα αποτελεί το πρώτο κείμενο (draft) της Έκθεσης της Ευρωβουλευτού Σοφί Ιν’τ Βελτ. Είναι η αρμόδια Εισηγήτρια της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου PEGA για τη χρήση των παράνομων λογισμικών στην Ε.Ε. και σήμερα παρουσίασε τα συμπεράσματά της από τις επισκέψεις της Επιτροπής σε διάφορες χώρες, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα και η Κύπρος.
Απαντώντας σε ερώτηση για το κατά πόσο είναι πεπεισμένη ότι η κυβέρνηση είναι πίσω από τις παρακολουθήσεις, αλλά και πόσο κοντά ήταν το σύστημα αυτό στον Έλληνα Πρωθυπουργό, η Σοφί Ιν’τ Βελτ ήταν ξεκάθαρη. «Ξέρουμε ότι τα κακόβουλα λογισμικά παρακολούθησης πωλούνται κυρίως σε κυβερνήσεις. Και σε ιδιώτες, αλλά θα πρέπει να είναι πάρα πολύ πλούσιοι, δισεκατομμυριούχοι. Ποιος θα είχε αυτό το κίνητρο να δώσει αυτά τα χρήματα; Κι έπειτα από τη λίστα των ατόμων που παρακολουθούνταν, καταλαβαίνουμε ότι ήταν κυρίως πολιτικοί και δημοσιογράφοι. Ποιος θα είχε τα χρήματα και θα τα διέθετε για την παρακολούθηση αυτών των ατόμων;»
«Κι έπειτα ξέρουμε ότι κάποια από τα πρόσωπα ήταν ήδη υπό παρακολούθηση της ΕΥΠ. Είναι σύμπτωση;», συμπλήρωσε, εξηγώντας ότι τα μέλη της Επιτροπής, για να μπορέσουν να έχουν «καπνισμένο όπλο» (smoking gun), να βρουν δηλαδή ακριβείς απαντήσεις, θα πρέπει να τους επιτραπεί η πρόσβαση σε χαρακτηρισμένα ως απόρρητα έγγραφα. Η ίδια πάντως χαρακτήρισε μη πειστικό το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι το Predator χρησιμοποιούσαν ιδιώτες.
«Έπρεπε να στηριχτούμε σε άλλες πηγές, πέραν της κυβέρνησης. Αντιλαμβάνομαι ότι είναι στη ευχέρεια του Έλληνα Πρωθυπουργού να άρει το απόρρητο. Θα μπορούσε να το κάνει αυτό και τότε θα αποκαλυφθούν πολλές πληροφορίες», σημείωσε απαντώντας σε άλλη ερώτηση. «Οι αποκαλύψεις του Documento δεν είναι οι πρώτες. Έχει περάσει πολύς καιρός με δημοσιεύματα, ήδη από πέρσι. Οι Αρχές θα μπορούσαν να έχουν επιδείξει επείγουσα έννοια για τη διερεύνηση. Τώρα θα υπάρξει έρευνα από τον εισαγγελέα, ελπίζω σύντομα να έχουμε αποτελέσματα».
Η ίδια δεν παρέλειψε να επαναλάβει ότι εντύπωση της προκάλεσε το γεγονός ότι η έρευνα στην Intellexa δεν έφερε καμία κατάσχεση, καμία ανάκριση, προσθέτοντας ότι «φαντάζομαι ότι τώρα όποια απόδειξη υπήρχε θα έχει εξαφανιστεί».
«Η Κατασκοπεία για πολιτικούς λόγους δεν είναι κάτι καινούργιο για την Ελλάδα, αλλά οι νέες τεχνολογίες Κατασκοπείας καθιστούν την παράνομη παρακολούθηση πολύ πιο εύκολα, ιδίως σε ένα πλαίσιο σοβαρά αποδυναμωμένων εγγυήσεων», είναι ένα από τα συμπεράσματα της Ευρωβουλευτού των Ευρωπαίων Φιλελευθέρων.
«Σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, όπως η Πολωνία, η κατάχρηση του spyware δεν φαίνεται να είναι μέρος μιας ολοκληρωμένης αυταρχικής στρατηγικής, αλλά μάλλον ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται ad hoc για πολιτικά και οικονομικά οφέλη. Ωστόσο, διαβρώνει εξίσου τη δημοκρατία και το κράτος Δικαίου και αφήνει άπλετο χώρο στη διαφθορά, ενώ αυτοί οι ταραγμένοι καιροί απαιτούν αξιόπιστες και υπεύθυνες ηγεσίες», προσθέτει.
Και το συμπέρασμά της αδιαπραγμάτευτο: εν όψει των Γενικών Εκλογών που θα διεξαχθούν την Άνοιξη του 2023, η κατάσταση πρέπει να αντιμετωπιστεί επειγόντως και να αποσαφηνιστεί, «ώστε να μη δημιουργηθεί καμία αμφιβολία για την ακεραιότητα των Εκλογών του 2023».
Το πρώτο κείμενο της Έκθεσης, που παρουσιάστηκε σήμερα ενώπιον των Ευρωβουλευτών, αλλά και του Τύπου στις Βρυξέλλες συμπεριλαμβάνει ένα αναλυτικό ιστορικό των γεγονότων, μια παρουσίαση των προσώπων που εμπλέκονται με τις παρακολουθήσεις και προσπαθεί να δώσει απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα που έχουν προκύψει.
Μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι αν επιβεβαιωθεί ο κατάλογος του Dοcumento, «μοιάζει με ένα εντυπωσιακό who is who της πολιτικής, των επιχειρήσεων και των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα».
«Ο αντίκτυπος αυτής της μεγάλης κλίμακας πολιτικής χρήσης κατασκοπευτικού λογισμικού είναι απείρως μεγαλύτερος από τα πρόσωπα που εμφανίζονται στη λίστα, καθώς όλες οι αντίστοιχες επαφές και διασυνδέσεις τους “συλλαμβάνονται” έμμεσα επίσης στην επιχείρηση Κατασκοπείας, συμπεριλαμβανομένων των επαφών τους σε όργανα της Ε.Ε.», αναφέρεται.
Ένα ερώτημα που εξετάζεται διεξοδικά είναι ποιος αγόρασε το Predator. «Τόσο η ΕΥΠ όσο και η κυβέρνηση αρνούνται κατηγορηματικά ότι το Predator έχει ποτέ αγοραστεί ή χρησιμοποιηθεί από τις ελληνικές αρχές. Παρά το γεγονός ότι η χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού είναι παράνομη στην Ελλάδα, δεν φαίνεται να υπάρχει έντονη έρευνα για την προέλευση των επιθέσεων spyware. Οι αποκαλύψεις σχετικά με τη χρήση spyware και την παρακολούθηση δημοσιογράφων από την ΕΥΠ λένε μια πολύ ανησυχητική ιστορία, ενός περίπλοκου και αδιαφανούς δικτύου σχέσεων, πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων, εξυπηρετήσεων και νεποτισμού και πολιτικής επιρροής», τονίζεται με νόημα.
«Είναι εύκολο να χαθεί κανείς στον λαβύρινθο. Ωστόσο, αναδύονται μερικά μοτίβα. Μια πολιτική πλειοψηφία χρησιμοποιείται για την προώθηση των συγκεκριμένων συμφερόντων και όχι του γενικού συμφέροντος, κυρίως με το διορισμό συνεργατών και πιστών σε θέσεις-κλειδιά, όπως η ΕΥΠ, η ΕΑΔ και η Krikel. Ενώ η Κατασκοπεία, ενδεχομένως σε συνδυασμό με νόμιμες υποκλοπές, χρησιμοποιείται ως εργαλείο πολιτικής εξουσίας και ελέγχου στα χέρια της ανώτατης πολιτικής ηγεσίας της χώρας. Εκ των προτέρων και εκ των υστέρων ελεγκτικοί μηχανισμοί έχουν σκόπιμα αποδυναμωθεί και η διαφάνεια και η λογοδοσία αποφεύγεται. Κριτικοί δημοσιογράφοι ή αξιωματούχοι που μάχονται κατά της διαφθοράς και της απάτης αντιμετωπίζουν εκφοβισμό και παρεμπόδιση και δεν υπάρχει προστασία των πληροφοριοδοτών».
Η ίδια φαίνεται, πάντως, ότι είναι πεπεισμένη για το πρόσωπο του Δημητριάδη ως εμπλεκόμενο στις παρακολουθήσεις. Μάλιστα επισημαίνει ότι ο Δημητριάδης φέρεται να έχει επίσης γνωριμίες με τον Ανδρέα Λοβέρδο, υποψήφιο για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής το 2021.
Δείτε το live της συνέντευξης Τύπου της PEGA, στον ακόλουθο σύνδεσμο: