Θετική απόφαση για χιλιάδες φορολογούμενους σε βάρος των οποίων οι φορολογικές αρχές έχουν εκδώσει καταλογιστικές πράξεις (φόρου, τέλους, εισφοράς κ.λπ.), οι οποίες όμως ακυρώνονται κατ’ επανάληψη από τα διοικητικά δικαστήρια λόγω πλημμελειών των ΔΟΥ, αλλά παρ’ όλα αυτά επανεκδίδονται νέες, εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, δίνοντας τέλος στην ομηρία φορολογουμένων.
Σύμφωνα με το ΣτΕ, η επανέκδοση καταλογιστικής πράξης για την ίδια παράβαση είναι επιτρεπτή μόνο «άπαξ, μη δυνάμενη να παρατείνεται για αόριστο χρονικό διάστημα».
Παράλληλα, το ΣτΕ επισημαίνει ότι για τις περιπτώσεις αυτές πρέπει να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση που να προβλέπει προθεσμία παραγραφής, μετά τη λήξη της οποίας να μην είναι πλέον δυνατή η επιβολή σε βάρος του διοικουμένου οικονομική επιβάρυνση ή οποιαδήποτε άλλη κύρωση.
Επιχειρηματίας δικαιώθηκε οριστικά από το ΣτΕ, το οποίο έβαλε φρένο στις επ’ αόριστον επαναληπτικές εκδόσεις καταλογιστικών πράξεων φόρων, προστίμων κ.λπ. για την ίδια φορολογική παράβαση.
Επί 31 ολόκληρα χρόνια επιχειρηματίας στον χώρο των ηλεκτρονικών ειδών προσπαθούσε να διαγράψει πρόστιμο, λόγω παραγραφής, που του επιβλήθηκε επειδή είχε εκδώσει τρία εικονικά τιμολόγια.
Στα 31 αυτά χρόνια ο επιχειρηματίας είχε κερδίσει κατ’ επανάληψη δίκες για το επίμαχο πρόστιμο οι οποίες τον δικαίωναν, ωστόσο οι φορολογικές αρχές εξέδιδαν νέες καταλογιστικές πράξεις για την ίδια παράβαση, ανανεώνοντας έτσι τον χρόνο παραγραφής.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας επανέλαβαν ότι από την Ολομέλεια του ΣτΕ έχουν κριθεί τα εξής:
«Η διάρκεια της προθεσμίας παραγραφής πρέπει να είναι σχετικά σύντομη, ο δε κανόνας της πενταετούς παραγραφής που καθιερώνεται στο πλαίσιο της φορολογίας εισοδήματος ανταποκρίνεται στη συνταγματική απαίτηση. Νομοθετικές, εξάλλου, διατάξεις που προβλέπουν παρέκταση του κατ’ αρχήν οριζόμενου χρόνου παραγραφής πρέπει, αφενός, να ανταποκρίνονται στην αρχή της αναλογικότητας, τόσο σε σχέση με την προβλεπόμενη γενεσιουργό αιτία της επιμήκυνσης όσο και αναφορικά με το χρονικό διάστημά της εν όψει του οικείου λόγου της παράτασης, αλλά και του κατ’ αρχήν ισχύοντος χρόνου παραγραφής, αφετέρου δε να ερμηνεύονται στενά ως θεσπίζουσες απόκλιση από κανόνα που, μάλιστα, έχει τεθεί προς εξυπηρέτηση της θεμελιώδους αρχής της ασφάλειας δικαίου».