Η απόφαση των Βρυξελλών να ανεβάσουν τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στα τσιγάρα, φέρνοντας την τιμή του πακέτου στα 6,5 ευρώ, προκαλεί ήδη σοβαρές αντιδράσεις στην Αθήνα.
Η κίνηση αυτή, αν και αιτιολογείται από την Κομισιόν ως μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας, φαίνεται να κρύβει και οικονομικές στοχεύσεις, καθώς η αύξηση των φόρων εντάσσεται στον σχεδιασμό νέων πηγών εσόδων για τον κοινοτικό προϋπολογισμό 2028-2034.
Η πολιτική της υπερφορολόγησης των καπνικών προϊόντων, παρά την πρόθεση προστασίας της υγείας, φέρνει σοβαρούς κινδύνους, καθώς η εμπειρία άλλων κρατών-μελών δείχνει ότι η αύξηση των φόρων τροφοδοτεί το λαθρεμπόριο και την παραοικονομία, χωρίς να μειώνει ουσιαστικά τη χρήση καπνού.
Ο υπουργός Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, υπογραμμίζει την ανάγκη προστασίας της δημόσιας υγείας, αλλά προειδοποιεί για τον κίνδυνο αύξησης του λαθρεμπορίου και για τις επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα της αγοράς, εάν οι φόροι αυξηθούν απότομα.
Η νέα πρόταση για τον ειδικό φόρο κατανάλωσης προβλέπει αυξήσεις που μπορεί να φτάσουν τα 2 με 3 ευρώ ανά πακέτο τσιγάρων, ενώ αντίστοιχα τα θερμαινόμενα προϊόντα καπνού θα επιβαρυνθούν με 2-3 ευρώ και τα ηλεκτρονικά τσιγάρα κατά περίπου 1 ευρώ. Στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ο περιορισμός της χρήσης καπνού, αλλά οι ελληνικές αρχές εκφράζουν έντονες επιφυλάξεις για την άμεση και απότομη εφαρμογή των νέων μέτρων.
Πιο συγκεκριμένα στις συνεδριάσεις του Eurogroup και του Ecofin στο Λουξεμβούργο, ο κ. Πιερρακάκης επικεντρώθηκε και σαυτα τα θέματα επιμένοντας ότι «η δημόσια υγεία αποτελεί θεμελιώδη, υπαρξιακή προτεραιότητα».
Ωστόσο, εξέφρασε επιφυλάξεις για την προοπτική μιας υπέρμετρης και απότομης αύξησης των φόρων στα καπνικά προϊόντα: «Σύμφωνα με την εμπειρία μας στην Ελλάδα και, λαμβάνοντας υπόψη τη γεωγραφική μας θέση, έχει παρατηρηθεί στο παρελθόν ότι η ασύμμετρη αύξηση αυτών των φορολογικών συντελεστών οδηγεί σε καταγραφή αύξησης του λαθρεμπορίου. Ταυτόχρονα, αν οι τιμές, τόσο στα παραδοσιακά όσο και στα καινοτόμα προϊόντα, αυξηθούν απότομα και περισσότερο απ’ όσο μπορεί να αντέξει η αγορά, θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν η επίδραση στην εξίσωση της ανταγωνιστικότητας. Μια εξίσωση που αγγίζει τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Οφείλουμε, λοιπόν, να λάβουμε όλα αυτά κατά νου. Ίσως θα μπορούσαμε να εξετάσουμε ευρύτερες μεταβατικές περιόδους στην εφαρμογή των μέτρων, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος χωρίς να διαταραχθεί η αγορά» συνέχισε ο υπουργός Οικονομικών.
Η νέα ευρωπαϊκή οδηγία για τους φόρους στα καπνικά προϊόντα απειλεί με μεγάλο σοκ την ελληνική οικονομία, στην συγκεκριμένη κατηγορία .
Σύμφωνα με ειδική έκθεση του ΚΕΠΕ, οι προτεινόμενες αλλαγές θα οδηγήσουν σε κατακόρυφη άνοδο της τιμής κάθε πακέτου, από τα 4,17 ευρώ που είναι η μέση τιμή σήμερα, σε έως και 28 ευρώ, ανάλογα με τις αυξήσεις που τελικώς θα αποφασιστεί να επιβληθεί στους ειδικούς φόρους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Η έκθεση στηρίζεται στο προσχέδιο ευρωπαϊκής οδηγίας, το οποίο κατατέθηκε στο Eurogroup τον περασμένο Ιούλιο. Αναλύει τα πιθανά σενάρια φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει, καθώς προτείνεται ο «πάγιος φόρος» (Π.Φ.) ανά 1.000 τσιγάρα να αυξηθεί, από 82 ευρώ σήμερα, σε 130-215 ευρώ, ενώ ο «αναλογικός φόρος» (Α.Φ.) θα εκτοξευτεί από το σημερινό 26% σε 30%-63% της μέσης τιμής πώλησης. Στα ακραία πιθανά σενάρια, οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης θα αυξηθούν κατά 701%.
Με τις υπό εξέταση αλλαγές, η μέση τιμή πώλησης ενός πακέτου 20 τσιγάρων στην Ελλάδα, από 4,17 ευρώ (εκ των οποίων τα 2,73 ευρώ είναι ειδικός φόρος) εκτιμάται ότι θα αυξηθεί σε 6 ή έως και… 28 ευρώ το πακέτο, αναλόγως πού θα φθάσει η αύξηση στους πάγιους ή και στους αναλογικούς φόρους για τα καπνικά.
Παρά τις δραματικές αυξήσεις στις τιμές, η έκθεση προειδοποιεί για μεγάλες απώλειες στα κρατικά έσοδα. Τα φορολογικά έσοδα από καπνικά προϊόντα, που αποτελούν στρατηγικό κεφάλαιο του ελληνικού προϋπολογισμού με 2,4 δισ. ευρώ ετησίως, κινδυνεύουν να μειωθούν κατά τουλάχιστον 300 εκατομμύρια ή έως και 2 δισ. ευρώ τον χρόνο, εφόσον η κατανάλωση νόμιμων τσιγάρων μειωθεί κατά 13% -στο πλέον «θετικό» σενάριο- ή έως και 89,8% στο πλέον ακραία αρνητικό.
Η οικονομική επίπτωση μπορεί να αποδειχθεί και ακόμα μεγαλύτερη όμως, επειδή, σύμφωνα με την ίδια πρόταση οδηγίας, μέρος των νέων φόρων -έως και 30%- ενδέχεται να καταλήγει απευθείας στα ευρωπαϊκά ταμεία αντί στον ελληνικό προϋπολογισμό. Στην περίπτωση αυτή, οι προσομοιώσεις δείχνουν επιπλέον μείωση των φορολογικών εσόδων κατά 23%-42%, ανοίγοντας ακόμα μεγαλύτερη «τρύπα» στα δημόσια έσοδα, περίπου μισό έως ένα δισεκατομμύριο ευρώ επιπλέον κάθε χρόνο.
Η υπερφορολόγηση αναμένεται να προκαλέσει κατακόρυφη πτώση της νόμιμης κατανάλωσης, καθώς οι προσομοιώσεις δείχνουν μείωση από 13% έως 26% στα πιο «αισιόδοξα» σενάρια, ή 70,6% έως 89,8% στα πλέον αρνητικά. Παράλληλα, προβλέπεται εκτόξευση του παράνομου εμπορίου, που ήδη αντιστοιχεί στο 17,5% της συνολικής κατανάλωσης και προκαλεί απώλειες 438 εκατ. ευρώ ετησίως.
Το παράδειγμα της Γαλλίας, το οποίο επικαλείται η μελέτη του ΚΕΠΕ, είναι χαρακτηριστικό: παρότι διατηρεί τα υψηλότερα επίπεδα φορολόγησης, το παράνομο εμπόριο αγγίζει το 37,6% της κατανάλωσης, με δημοσιονομικές απώλειες που προσεγγίζουν τα 9,5 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, η ελληνική καπνοβιομηχανία συμμετέχει σε ποσοστό άνω του 1,5% του ΑΕΠ και έχει αναδειχθεί σε σημαντικό εξαγωγικό κόμβο για θερμαινόμενα προϊόντα καπνού. Η χώρα κινδυνεύει όμως με αποβιομηχάνιση, καθώς οι πολυεθνικές εταιρείες ενδέχεται να εξετάσουν μετεγκατάσταση της παραγωγής σε άλλες χώρες, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, η οποία πρωτοστατεί στην αύξηση των φόρων.
Η αναθεώρηση της κοινοτικής οδηγίας για τη φορολογία των καπνικών, αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή από το 2028.