Του Βασίλη Ταλαμάγκα
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, από την εκλογική της νίκη το 2019, υποσχέθηκε να φέρει μια νέα εποχή για την Ελλάδα. Το δόγμα του «επιτελικού κράτους», το οποίο υποστήριξε έντονα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εστίαζε στη δημιουργία μιας πιο αποδοτικής και λιγότερο γραφειοκρατικής κυβέρνησης, ικανής να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες της χώρας. Ωστόσο, οι τελευταίες εξελίξεις και τα σκάνδαλα που έχουν έρθει στο φως, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη δυσφορία των πολιτών, φαίνεται να ανατρέπουν την εικόνα αυτή.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανέλαβε την εξουσία με την υπόσχεση ενός πιο αποτελεσματικού, οργανωμένου και ευέλικτου κράτους, το οποίο θα επικεντρωνόταν στην αποδοτικότητα και την ταχύτητα της λήψης αποφάσεων. Με τη σύσταση του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, τη διεύρυνση της ψηφιοποίησης και την εφαρμογή καινοτόμων λύσεων, το κυβερνητικό επιτελείο προσπαθούσε να φέρει την Ελλάδα κοντά στις διεθνείς πρακτικές, εξαλείφοντας τη γραφειοκρατία και βελτιώνοντας τις υπηρεσίες προς τους πολίτες. Ωστόσο, μέσα στον χρόνο, η εικόνα αυτή έχει σιγά-σιγά διαταραχθεί, με μια σειρά από σκάνδαλα να πλήττουν την αξιοπιστία της κυβέρνησης.
Ένα από τα πρώτα μεγάλα σκάνδαλα που συγκλόνισαν την κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν η υπόθεση των παρακολουθήσεων. Οι αποκαλύψεις για τις υποκλοπές που αφορούσαν πολιτικούς, δημοσιογράφους και επιχειρηματίες προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων. Αν και το Μέγαρο Μαξίμου αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή, η υπόθεση εξακολουθεί να αμαυρώνει την εικόνα της κυβέρνησης και να ενισχύει τη δυσπιστία του κόσμου προς τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων στο ανώτατο επίπεδο.
Παράλληλα, το σκάνδαλο της διαχείρισης της πανδημίας, ειδικά όσον αφορά στην διαφάνεια διαφόρων συμβάσεων δημιούργησε έντονη δυσαρέσκεια.
Ακολούθησε , η τραγωδία των Τεμπών η οποία ανέδειξε τις τεράστιες ελλείψεις στη σιδηροδρομική υποδομή της χώρας. Η κυβέρνηση δέχθηκε σφοδρή κριτική για την αδυναμία της να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις σε προσωπικό, υλικοτεχνικές υποδομές και να προωθήσει ασφαλείς λύσεις για το σιδηροδρομικό δίκτυο. Η αίσθηση της απουσίας πραγματικής προτεραιότητας για τις ζωές των πολιτών ενίσχυσε την αμφισβήτηση για την ικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί το κράτος με όρους επιτελικότητας. Ακολούθησε η δυσώδης υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ .
Η δυσαρέσκεια των πολιτών δεν περιορίζεται μόνο στα σκάνδαλα, αλλά αφορά και την ευρύτερη διαχείριση των θεσμών και την επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησης. Η περιορισμένη διαφάνεια στη δημόσια διοίκηση και η αίσθηση ότι η κυβέρνηση είναι αποκομμένη από τις ανάγκες των πολιτών, έχουν συμβάλει στην εντεινόμενη δυσφορία.
Επιπλέον, η κοινωνία βιώνει την αίσθηση ότι οι θεσμοί δεν λειτουργούν με βάση την αρχή της ισονομίας και της δικαιοσύνης. Η αλληλοκάλυψη μεταξύ κυβερνητικών στελεχών και ιδιωτικών συμφερόντων, η υπερβολική συγκέντρωση εξουσίας και η έλλειψη ελέγχων στο εσωτερικό της κυβέρνησης οδηγούν σε απογοήτευση και αποξένωση των πολιτών από το πολιτικό σύστημα.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, καθώς τα σκάνδαλα και η αυξανόμενη κοινωνική δυσφορία αποτελούν σημαντικές προκλήσεις για τη συνέχεια της θητείας της. Το δόγμα του επιτελικού κράτους, το οποίο διατυπώθηκε με μεγάλες προσδοκίες, φαίνεται να έχει υποστεί σημαντικά πλήγματα. Η αίσθηση ότι η κυβέρνηση δεν καταφέρνει να ανταποκριθεί στις ανάγκες της κοινωνίας και να διαχειριστεί τις κρίσεις με τον τρόπο που είχε υποσχεθεί, δημιουργεί ένα κλίμα αμφισβήτησης που μπορεί να έχει σοβαρές πολιτικές συνέπειες στο προσεχές μέλλον.