
Του Βασιλη Ταλαμαγκα
Η συμπλήρωση 1700 χρόνων από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας ανοίγει έναν νέο κύκλο συζήτησης γύρω από την ενότητα του χριστιανικού κόσμου. Η πρόσφατη ιστορική συνάντηση μεταξύ του Πάπα Λέοντα XIV και του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στην ίδια πόλη όπου συγκλήθηκε η Σύνοδος το 325 μ.Χ. δεν αποτελεί απλώς ένα εθιμοτυπικό γεγονός· αναδεικνύεται σε συμβολικό σταθμό για τις σχέσεις μεταξύ Ορθοδοξίας και Ρωμαιοκαθολικισμού, αλλά και για την αυτοσυνειδησία των Χριστιανών στη σύγχρονη εποχή.
Η Νίκαια, ως σημείο αναφοράς της κοινής παράδοσης, υπενθυμίζει ότι οι χριστιανικές Εκκλησίες έχουν τις ρίζες τους σε μία ενότητα πίστης η οποία διαμορφώθηκε μέσα από κοινές αποφάσεις, κοινούς αγώνες και κοινές θεολογικές αναζητήσεις. Παρά τις μεταγενέστερες διαιρέσεις, το Σύμβολο της Πίστεως που διαμορφώθηκε τότε παραμένει μέχρι σήμερα ο κοινός πυρήνας της χριστιανικής ομολογίας. Η παρουσία του Πάπα και του Πατριάρχη στη Νίκαια, 1700 χρόνια μετά, αποτελεί υπενθύμιση αυτού του θεμελίου που εξακολουθεί να ενώνει.
Ωστόσο, πέρα από τον ιστορικό συμβολισμό, η συνάντηση αυτή έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για τους Χριστιανούς που ζουν σε μια εποχή πολυδιάσπασης, γεωπολιτικών αναταράξεων και πνευματικής ρευστότητας. Στον 21ο αιώνα, οι Εκκλησίες καλούνται να απαντήσουν σε μια σειρά προκλήσεων: από την ηθική σύγχυση και την αποδυνάμωση της θρησκευτικής ταυτότητας στον δυτικό κόσμο, έως τις διώξεις των Χριστιανών στη Μέση Ανατολή και την ανάγκη στήριξης κοινωνιών που πλήττονται από φτώχεια, πολέμους και μεταναστευτικά ρεύματα. Η κοινή παρουσία των δύο πνευματικών ηγετών στη Νίκαια λειτουργεί ως μήνυμα ότι τα ζητήματα αυτά απαιτούν συνεργασία και όχι απομόνωση.
Παράλληλα, η συνάντηση μπορεί να σηματοδοτήσει μια νέα προσέγγιση στον διαχριστιανικό διάλογο. Ενώ οι θεολογικές διαφορές παραμένουν και απαιτούν προσεκτική και υπεύθυνη ενασχόληση, η βούληση για επικοινωνία αποτελεί βήμα προς μια σχέση περισσότερο αδελφική και λιγότερο ανταγωνιστική. Για πολλούς πιστούς, το γεγονός αυτό ενισχύει την ελπίδα ότι, έστω και με αργό και σταθερό ρυθμό, μπορεί να καλλιεργηθεί μια βαθύτερη κατανόηση, ένας σεβασμός της ποικιλίας και ίσως μια πιο ορατή μαρτυρία ενότητας στον κόσμο.
Ιδιαίτερο νόημα έχει και η κοινή αναφορά στον Χριστό ως το κέντρο της πίστης και της Εκκλησίας. Σε μια εποχή όπου ο χριστιανισμός κινδυνεύει να ταυτιστεί με πολιτικές ή πολιτισμικές συγκρούσεις, η υπενθύμιση ότι η ενότητα δεν είναι πρωτίστως θεσμική αλλά πνευματική –και ότι θεμελιώνεται στην αγάπη, στη μετάνοια, στη βοηθεια – αποκτά κρίσιμη σημασία.
Τελικά, η συνάντηση του Πάπα Λέοντα XIV και του Πατριάρχη Βαρθολομαίου στη Νίκαια δεν είναι μια στιγμή που αφορά μόνο τους ηγέτες των Εκκλησιών, αλλά ένα γεγονός που απευθύνεται σε όλους τους Χριστιανούς. Υπενθυμίζει ότι η ενότητα δεν είναι ουτοπία, αλλά πρόσκληση. Πρόσκληση να ξαναδούμε τις ρίζες, να υπερβούμε τις πληγές του παρελθόντος και να αναλογιστούμε στον σύγχρονο κόσμο, για μια πίστη ζωντανή, ταπεινή και ειρηνική. Σε έναν κόσμο διχασμένο, η Νίκαια των 1700 χρόνων έρχεται ως κάλεσμα για ενότητα που ξεκινά από την καρδιά του κάθε πιστού.






