Του Γιάννη Σουβατζή*
Οι εκπαιδευτικές συνεργασίες δεν είναι άγνωστες στο περιβάλλον της εκπαίδευσης. Αποτελούν ορθολογιστική κίνηση και στρατηγική επιλογή του κάθε εκπαιδευτικού ιδρύματος που θέλει να αποκτήσει μια διεθνή εκπαιδευτική ταυτότητα στο επιστημονικό γίγνεσθαι.
Μια εκπαιδευτική συνεργασία μεταξύ δυο εκπαιδευτικών οργανισμών αποτελεί «καθρέπτη» της εκπαιδευτικής τους ταυτότητας και υπόστασης, πάντοτε αντικείμενο ελέγχου, κριτικής αλλά και επιβράβευσης».Οι συνεργασίες μεταξύ εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ενισχύουν τη φήμη των μητρικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ισχυροποιούν την θυγατρική εκπαιδευτική τους παρουσία, εμπλουτίζουν την εκπαιδευτική πρακτική, αυξάνουν τον αριθμό των σπουδαστών, αναπτύσσουν εκπαιδευτικές οικονομίες κλίμακας, προσφέρουν καλύτερες εκπαιδευτικές υπηρεσίες, εντείνουν την διεθνή ερευνητική δραστηριότητα και προσφέρουν καλύτερες υπηρεσίες για την αποκατάσταση και απορρόφηση των σπουδαστών τους στην εντόπια και διεθνή αγορά εργασίας.Γιατί όμως προβάλλονται στην χώρας μας τόσα εμπόδια εν μέσω σωρείας «εκπαιδευτικών αντεγκλήσεων» στην διάχυση της γνώσης όσον αφορά τις διεθνείς εκπαιδευτικές συνεργασίες για την λειτουργία των μη κρατικών Πανεπιστημίων; Ως προς τι τα φίλια πυρά από όμορους χώρους και η ανησυχία των άλλων συγγενών εκπαιδευτικών οργανισμών, όπως αυτών των κολλεγίων; Η στάση των εμπλεκόμενων πλευρών, συμφωνούντων και διαφωνούντων σε αυτή την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, μορφή συνεργασιών και πιο συγκεκριμένα στην ίδρυση των μη κρατικών Πανεπιστημίων πρέπει να διαχειριστεί με «ευαισθησία» προς όφελος του εκπαιδευτικού συστήματος και της ίδιας της χώρας.
Η ίδρυση των μη κρατικών Πανεπιστημίων αποτελεί μια σημαντική εκπαιδευτική κίνηση και αλλαγή εάν ελεγχθεί και επιτηρηθεί σωστά από την Πολιτεία. Τέσσερις αποφάσεις έγκρισης άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας για την ακαδημαϊκή χρονιά 2025-2026 μη κρατικών Πανεπιστημίων (και με άλλες οκτώ αιτήσεις να βελτιώνονται) αποτελεί εναλλακτική εκπαιδευτική λύση για μελλοντικούς εγχώριους φοιτητές και επιλογή ξένων υποψηφίων φοιτητών με ένα πλήθος χρήσιμων προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας αδειοδότησης, εισερχόμεθα στην διεθνή αρένα της ιδιωτικής Ανώτατης Εκπαίδευσης. Πρόκειται για μία σημαντική μεταρρύθμιση, η οποία δίνει στους νέους περισσότερες ευκαιρίες και εκπαιδευτικές επιλογές. Τα μη κρατικά Πανεπιστήμια πρέπει να επιδείξουν μια εκπαιδευτική ταυτότητα που να στηρίζεται στην ποιοτική εκπαίδευση για την δημιουργία μιας μοναδικής εικόνας και εμπιστοσύνης στην αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού.
Τα μη κρατικά Πανεπιστήμια (Ν.Π.Π.Ε.) για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά με γνώμονα την ποιοτική διδασκαλία, είναι επιτακτική ανάγκη η επιτήρηση από πλευράς πολιτείας έτσι ώστε να διασφαλιστεί η ποιότητα της προσφερόμενης εκπαίδευσης. Φυσικά τα εκπαιδευτικά προγράμματα της συνεργασίας των Πανεπιστημιακών ιδρυμάτων λόγω της Ευρωπαϊκής φύσης και των εγκεκριμένων προδιαγραφών των προγραμμάτων πιστοποιούν την επιστημονική εγκυρότητα τους. “Retouche” περιεχομένου γνωστικών αντικείμενων αποτελούν σπάνια περίπτωση μεμονωμένων περιπτώσεων και αν υπάρξει βελτιώνεται.
Οι απόψεις των διοικήσεων των Δημόσιων Ελληνικών Πανεπιστημίων μερικές φορές έντονες και άλλοτε υποτονικές πρέπει να αναθεωρηθούν. Δεν υφίσταται και δεν θα υπάρξει εκπαιδευτικός ανταγωνισμός μεταξύ των Δημόσιων Ελληνικών Πανεπιστημίων και των μη κρατικών Πανεπιστημίων (Ν.Π.Π.Ε.) διότι τα δημόσια Πανεπιστήμια εστιάζονται σε διαφορετικό φοιτητικό κοινό (target) αλλά και σε πλήθος άλλων κριτηρίων επιλογής και εισαγωγής για το κάθε ένα από αυτά, εν αντιθέσει αυτών των μη-κρατικών Πανεπιστημίων .
Τα Δημόσια Ελληνικά Πανεπιστήμια θα συνεχίσουν να στηρίζονται οικονομικά από την Πολιτεία και θα εμπλουτίζονται συνεχώς με νέες προσλήψεις ικανών μελών ΔΕΠ, με ενίσχυση της χρηματοδότησης τους από το δημόσιο για ερευνητικά προγράμματα, με αναβάθμιση των υποδομών τους αλλά και με συνεργασίες με αλλά διεθνή εκπαιδευτικά Πανεπιστημιακά δημόσια ή ιδιωτικά ιδρύματα.. Το μόνο που πρέπει να εφαρμόσει η Πολιτεία στα δημόσια Πανεπιστήμια είναι την αυστηρή αξιολόγηση του μόνιμου διδακτικού προσωπικού κάτω από ένα δομημένο πλαίσιο.
Οι πολιτικά διαφωνούντες αυτής της εκπαιδευτικής αλλαγής οφείλουν να εξετάσουν διεξοδικά τις διεθνείς εκπαιδευτικές τάσεις και προοπτικές, προχωρώντας σε συμβιβαστικές συμπεριφορές εποικοδομητικών προτάσεων για συνενωτικές λύσεις στο θέμα των μη κρατικών Πανεπιστημίων. Τα εγκεκριμένα κολλέγια στην Ελλάδα τα οποία και αυτά στηρίζονται σε διεθνείς εκπαιδευτικές συνεργασίες πρέπει από την πλευρά τους να εναρμονιστούν με τις προδιαγραφές και απαιτήσεις της ποιοτική εκπαίδευσης για την δημιουργία του δικού τους “εκπαιδευτικού brand”. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι τα Πανεπιστήμια και κολλέγια προσφέρουν παρόμοιες εκπαιδευτικές υπηρεσίες που οδηγούν σε αντίστοιχους ακαδημαϊκούς τίτλους. Εξάλλου η ποιοτική εκπαίδευση αντικατοπτρίζεται στις επιδόσεις των αποφοίτων εντός του επαγγελματικού χώρου. Αυτοί θα κριθούν και θα αξιολογηθούν από τους εργοδότες αλλά και από την αγορά. Επομένως, τα κολλέγια και η κάθε εκπαιδευτική οντότητα πρέπει να δημιουργήσει μια ξεχωριστή Πανεπιστημιακή, εκπαιδευτική οντότητα για να διασφαλίσει μια διακριτή και αποδεκτή εκπαιδευτική παρουσία.
Η διερεύνηση και αξιολόγηση της επιλογής ενός εκπαιδευτικού ιδρύματος για την απόκτηση ενός πανεπιστημιακού τίτλου με στόχο την επαγγελματική αποκατάσταση εναπόκειται στην κρίση της ενδιαφερομένης πλευράς αλλά και των συμβούλων μιας τέτοιας απόφασης. Μια σωστή απόφαση συνδέεται με την ταυτότητα, εικόνα, φήμη και υπόληψη του εκπαιδευτικού οργανισμού που «χτίζεται» μεθοδικά και συστηματικά. Οι λογικά σκεπτόμενοι ενδιαφερόμενοι υιοθετούν την κατάλληλη επιλογή για την εκπαιδευτική τους ανάγκη βάσει στοιχείων και εκπαιδευτικών τεκμηρίων.
Η Παιδεία αποτελεί το πιο ισχυρό εργαλείο ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής. Η εκπαίδευση πρέπει να είναι ελεύθερη να επικοινωνήσει τις επιταγές της επιστήμης, συνεπικουρούμενη της φροντίδας και επιτήρησης της πολιτείας. Για πολλά χρόνια η χώρα μας περιορίστηκε στην δημόσια Πανεπιστημιακή εκπαίδευση και αμφισβήτησε έντονα την ιδιωτική Πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Η υπό διαμόρφωση Πανεπιστημιακή εκπαίδευση δίνει τη δυνατότητα σε κάθε νέο να σπουδάσει σε ένα περιβάλλον προσωπικής επιλογής, διεθνώς ανταγωνιστικό, χωρίς να χρειάζεται να μεταναστεύσει στο εξωτερικό.
Η παρούσα εκπαιδευτική στρατηγική των μη κρατικών Πανεπιστημίων (Ν.Π.Π.Ε.) εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική για ένα διαφορετικό εκπαιδευτικό σύστημα που βασίζεται στις εκπαιδευτικές συνεργασίες από όλο τον κόσμο. Είναι αλήθεια ότι δεν νοείται εθνική πρόοδος χωρίς την συνεισφορά της εκπαίδευσης, γνώσης και καινοτομίας που συμβάλλουν στην ανάπτυξη και δημιουργία ισχυρών οικονομιών. Η συμβολή και φροντίδα της πολιτείας στο μεικτό αυτό εκπαιδευτικό σύστημα είναι αναγκαία αφού θα βοηθήσει αφάνταστα στην δημιουργία και εφαρμογή ποιοτικής εκπαίδευσης.

* Ο Γιάννης Σουβατζής είναι καθηγητής Marketing & Branding και σύμβουλος μάρκετινγκ/μάνατζμεντ