Του Μάνου Κρανίδη*
*Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ, MSc, CEO «KRAMA PROPERTY»,Γραμματέας Ενημέρωσης ΠΟΜΙΔΑ, Πρόεδρος
ΕΝΙΒΟΠΑ.
Το 2024 συνεχίζεται για την αγορά ακινήτων, και ειδικά κατοικιών σταθεροποιείται η
ανοδική τάση της τελευταίας πενταετίας. Ειδικά οι τιμές πώλησης κατοικιών,
οικοπέδων και ειδικών επαγγελματικών ακινήτων έχουν φτάσει σε ένα σχεδόν
ανώτατο υψηλό επίπεδο. Η άνοδος αυτή της αγορά ακινήτων οδήγησε σε αύξηση του
τζίρου, των θέσεων εργασίας, την αύξηση του ΑΕΠ και στη δημιουργία ενός
νεόδμητου αποθέματος σύγχρονων κορυφαίων κατασκευών ή ανακαινισμένων
ακινήτων παλαιότητας, πολύ υψηλής ενεργειακής απόδοσης. Φαινόμενο που
συνετέλεσε η λογική του ελατηρίου μετά την 10 ετή οικονομική κρίση, η εκρηκτική
διεθνής ζήτηση για ελληνικά ακίνητα, η αύξηση των επιδοτήσεων τύπου
ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ κλπ κίνητρα.
Όμως την ίδια στιγμή, σε πρόσφατη έρευνα της ΜΕΤΡΟ ΑΝΑΛΥΣΙΣ, οι πολίτες σε
ποσοστό 70-75% δείχνουν αρνητική αντιμετώπιση της οικονομικής ανόδου,
αντιλαμβάνονται ότι ενώ θέλουν έχουν τα εισοδήματα, αποταμιεύσεις και τις
δυνατότητες να συμμετέχουν στην αγορά ακινήτων. Εάν συνυπολογίσει κανείς ότι
επίσης πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι ένα 75% των πολιτών δεν μπορεί να
αποταμιεύσει καθόλου και μάλιστα έχει ελάχιστη ρευστότητα διαθέσιμη, το διαθέσιμο
εισόδημα με την καθολική ακρίβεια φτάνει ίσως μόνο για τα απαραίτητα, το κόστος
λειτουργίας και στέγης έχει εκτοξευθεί και βέβαια η αγορά πιστώσεων είναι για λίγους
με αυστηρούς όρους τότε το κοκτέιλ είναι σημαντικό και επιβεβαιώνει το σημαντικό
περιορισμό του εύρους της αγορά ακινήτων.
Μάλιστα στην αγορά κατοικίας, όλων των μορφών, που αποτελεί άνω του 80% της
αγοράς ακινήτων ο περιορισμός του εύρους είναι ακόμη πιο σημαντικός όταν από όλα
τα στοιχεία αποδεικνύεται ότι το ελληνικό νοικοκυριό μπορεί να κάνει αγορές μόνο
μέχρι 150.000€ ενώ οι τιμές του μεγάλου ποσοστού των διαθέσιμων ακινήτων πχ
100τμ, ειδικά νεοδμήτων ξεκινούν από 350.000€ και άνω. Μόνο κάποιες επιλογές
κατοικιών παλαιότητας και εκτός αστικών κέντρων απομένουν και μετά από ενδελεχή
έρευνα αγοράς και συμβιβασμό με τις αρχικές αιτούμενες προδιαγραφές. Στην αγορά
επενδύσεων ενώ το 66% επιθυμεί να επενδύσει στην αγορά ακινήτων, δεν έχει τις
δυνατότητες. Η ρηχή αγορά ακινήτων που στηρίζεται μόνο στη διεθνή ζήτηση και
στους μεγάλους παίκτες (ΑΕΑΑΠ, funds, θεσμικούς, επιχειρήσεις, κλπ.) δεν
εξασφαλίζει την βιώσιμη ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων παρά μόνο η ενίσχυσης της
μαζικής αγοράς ακινήτων. Της λογικής που οδήγησε στις προηγούμενες δεκαετίες στο
ελληνικό φαινόμενο του 80% ιδιοκτησίας και ιδιοκατοίκησης που τώρα είναι στο 65%.
Το όνειρο όμως υπάρχει και δει στις νεότερες γενιές αλλά πρέπει να ενισχυθεί η
δυνατότητα.
Είναι χρέος της πολιτείας και της κυβέρνησης να διερευνήσει το φαινόμενο αυτό, να
σχηματίσει μια ολοκληρωμένη πολιτική αύξησης των δυνατοτήτων απόκτησης της
κύριας κατοικίας και προσαρμογής του κόστους στέγης σε βιώσιμο επίπεδο. Πολιτικές
όπως αύξηση εισοδημάτων, φορολογικών συντελεστών, κίνητρα, επιδοτήσεις,
κοινωνική κατοικία πρέπει να συνδυαστούν σε μια ρεαλιστική αλλά και δυναμική
πολιτική στέγης και ακινήτων. Είναι κλειδί για την βιώσιμη Ελλάδα, αφού η στέγη μαζί
με την ακρίβεια και το δημογραφικό είναι τα κορυφαία ζητήματα για την ελληνική
κοινωνία. Λύσεις και διάθεση συνεργασίας των φορέων και πολιτών υπάρχουν,
απαιτείται βούληση.