Του Βασιλη Ταλαμαγκα
Η στεγαστική κρίση στην Ελλάδα έχει εξελιχθεί σε ένα από τα πλέον πιεστικά κοινωνικά ζητήματα, με τις τιμές των ενοικίων και των ακινήτων να αυξάνονται ραγδαία, καθιστώντας τη στέγαση δυσπρόσιτη για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Αν και η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει σειρά μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος, η αποτελεσματικότητά τους παραμένει αντικείμενο συζήτησης.
Πρόσφατα παρουσιάστηκαν δέκα προτάσεις για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης, με στόχο την αύξηση της διαθεσιμότητας κατοικιών και τη μείωση του κόστους στέγασης. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται:
- Περιορισμός της βραχυχρόνιας μίσθωσης σε κορεσμένες περιοχές και αυστηρότερη φορολογική μεταχείριση των επιχειρηματικών βραχυχρόνιων μισθώσεων.
- Φορολογικά κίνητρα για ιδιοκτήτες που μετατρέπουν βραχυχρόνιες μισθώσεις σε μακροχρόνιες, καθώς και για ενεργειακές ανακαινίσεις κατοικιών.
- Προγράμματα ανακαίνισης παλαιών και κλειστών ακινήτων, όπως το «Ανακαινίζω-Νοικιάζω» και το «Αναβαθμίζω το σπίτι μου», με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.
- Προγράμματα επιδότησης στεγαστικών δανείων, όπως το «Σπίτι μου ΙΙ», που προσφέρει άτοκα ή χαμηλότοκα δάνεια σε νέους και οικογένειες μεσαίου εισοδήματος.
- Αύξηση του φοιτητικού επιδόματος στέγασης έως τα 2.500 ευρώ ετησίως, με στόχο τη στήριξη των φοιτητών.
- Αναστολή του ΦΠΑ στις νέες κατασκευές κατοικιών και κοινωνική αντιπαροχή για την αξιοποίηση της αδρανούς ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου.
Παρά τις εξαγγελίες, η στεγαστική κρίση συνεχίζεται με αμείωτη ένταση. Οι τιμές των ενοικίων έχουν αυξηθεί κατά 49% από το 2019, ενώ σε περιοχές όπως ο Δήμος Θεσσαλονίκης η αύξηση ξεπερνά το 50%. Οι τιμές αγοράς κατοικιών έχουν αυξηθεί κατά 11,2% μόνο το 2024 στη Θεσσαλονίκη, καθιστώντας την απόκτηση κατοικίας ιδιαίτερα δύσκολη για τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα.
Επιπλέον, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα, που παραδοσιακά ήταν υψηλό, έχει μειωθεί από 74% το 2014 σε 69,6% το 2023, με τη μείωση να είναι εντονότερη στα μεγάλα αστικά κέντρα. Παράλληλα, το ποσοστό των νέων ηλικίας 18–34 ετών που ζουν με τους γονείς τους αυξήθηκε κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες την περίοδο 2010–2022, φτάνοντας το 72%, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι περίπου 50%.
Πολλοί ειδικοί και φορείς εκφράζουν ανησυχίες για την αποτελεσματικότητα των μέτρων. Επισημαίνεται ότι τα προγράμματα επιδότησης ενδέχεται να ενισχύσουν τη ζήτηση χωρίς να αυξήσουν την προσφορά κατοικιών, οδηγώντας σε περαιτέρω αύξηση των τιμών. Επίσης, η έλλειψη συντονισμένης στρατηγικής και η απουσία μακροπρόθεσμου σχεδιασμού καθιστούν δύσκολη την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Η στεγαστική κρίση στην Ελλάδα απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση που θα συνδυάζει την αύξηση της προσφοράς προσιτών κατοικιών με την προστασία των ενοικιαστών και την ενίσχυση της κοινωνικής κατοικίας. Η επιτυχία των κυβερνητικών μέτρων θα εξαρτηθεί από την αποτελεσματική εφαρμογή τους και τη συνεχή παρακολούθηση της αγοράς, ώστε να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της κοινωνίας.