Του Άλκη Ν. Δερβιτσιώτη*
Η χερσόνησος της Κριμαίας μας είναι πολλαπλώς γνώριμη ήδη από αρχαιοτάτων χρόνων. Στους νεότερους χρόνους το ελληνικό κράτος επανήλθε στην περιοχή σε δύο διαφορετικές ιστορικές στιγμές, εμφορούμενο όμως από διαφορετική αντίληψη.
Στην πρώτη από αυτές το Βασίλειο της Ελλάδος υπό τον Όθωνα αντέδρασε μάλλον συναισθηματικά και χωρίς να εξετάσει το πλήρες σχέδιο του Τσάρου Νικολάου Α’ για τον διαμελισμό του Οθωμανικού κράτους . Το σχέδιο αυτό, εάν επιτύγχανε, θα απέτρεπε την εδαφική ολοκλήρωση της ελληνικής πολιτείας, όπως είναι σήμερα. Ο Όθωνας ετάχθη με την “ομόδοξη” Ρωσία στη σύγκρουση που έγινε γνωστή ως Κριμαϊκός Πόλεμος (1853-1856). Η Αγγλία όπως και η Γαλλία ετάχθησαν στο πλευρό των Οθωμανών. Οι μεθοριακές συγκρούσεις ελληνικών και οθωμανικών δυνάμεων του φθινοπώρου του 1853 καθώς και η αποστολή ενόπλου σώματος εθελοντών αποδείχθηκαν εσφαλμένες.
Η απόβαση αγγλογαλλικών στρατευμάτων στον Πειραιά, υπενθύμισε στον Όθωνα ότι οι “προστάτιδες” δυνάμεις ήταν τρεις. Ως συνέπεια της επέμβασης αυτής ο Όθωνας έπαυσε τη φιλορωσική κυβέρνηση και διόρισε νέα υπό τον Μαυροκορδάτο. Το Βασίλειο της Ελλάδος ακολούθως διακήρυξε ουδετερότητα. Αξίζει να σημειωθούν δύο μικρές λεπτομέρειες με τεράστια σημασία για τις μελλοντικές εξελίξεις. Λίγα έτη μετά ο Όθωνας κηρύχθηκε έκπτωτος του θρόνου και η Ελλάδα απέκτησε Βασιλέα προερχόμενο από τη Δανία, η οποία ως γεωγραφικός χώρος είναι η κοιτίδα των Άγγλων.
Η δεύτερη από αυτές είναι ότι το μικρό ευρωπαϊκό Βασίλειο του Πεδεμόντιου – Σαρδηνίας, σύμμαχος των αγγλογάλλων στον Κριμαϊκό Πόλεμο -απέστειλε εκστρατευτικό σώμα 15.000 ανδρών- ενοποίησε την ιταλική Χερσόνησο και συγκρότησε με την πυγμή των όπλων το Βασίλειο της Ιταλίας το 1871. Η πολιτική αυτή έκτοτε αποτέλεσε και αποτελεί πρότυπο συμπεριφοράς των μικρότερων κρατών έναντι των επιδιώξεων των μεγάλων δυνάμεων.
Υπό την ανωτέρω εκδοχή, αν μου το επιτρέψει ο αναγνώστης, σταθμίζω την εκστρατεία του 1919 την οποία αποφάσισε ο Πρωθυπουργός – και μέγας αναγνώστης του Θουκυδίδη- Ελευθέριος Βενιζέλος.
Η επανάσταση -ή κατ’ άλλους το πραξικόπημα- των μπολσεβίκων τον Οκτώβριο του 1917 κατά της κυβέρνησης Κερένσκι οδήγησε στην επονείδιστη συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ (1918). Δυνάμει αυτής, μεταξύ άλλων η Γεωργία ανεξαρτητοποιήθηκε από τη Ρωσία, τμήματα της Αρμενίας παραχωρήθηκαν στο Οθωμανικό κράτος και ιδρύθηκε η Ουκρανία. Η Γερμανία, που επέβαλε στους μπολσεβίκους τη συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ, κατέλαβε το Κίεβο, την Οδησσό, την Χερσώνα και τη Σεβαστούπολη.
Η ευρύτερη περιοχή περιήλθε σε καταστροφικό χάος καθώς οι ρωσόφρονες Ουκρανοί σχημάτισαν κυβέρνηση που στράφηκε κατά των Γερμανών και των μπολσεβίκων, ενώ οι Στρατηγοί Αλεξέγιεφ, Κορνίλωφ και Ντενίκιν, επικεφαλής πολυάριθμων Κοζάκων του Ντον διακήρυξαν τη συνέχιση του Πολέμου στο πλευρό των συμμάχων, την επιστροφή των εδαφών στη Ρωσία, καθώς και την εξουδετέρωση των μπολσεβίκων.
Εν όψει των εξελίξεων αυτών, η μεν Αγγλία ενίσχυσε υλικά τις δυνάμεις αυτές, η δε Γαλλία απέστειλε εκστρατευτικό σώμα για να ενισχύσει τις δυνάμεις του Ντενίκιν, που επιχειρούσαν στη νότια Ρωσία.
Η αποστολή κατέστη δυνατή ένα μήνα μετά την ανακωχή του Νοεμβρίου του 1918, με την οποία έπαυσαν οι εχθροπραξίες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η πολύπαθη περιοχή της Ουκρανίας, για σύντομο χρονικό διάστημα είχε δύο κυβερνήσεις. Η Λαϊκή Δημοκρατία της Ουκρανίας εκτεινόταν στα δυτικά εδάφη και μετατράπηκε σύντομα σε γερμανικό προτεκτοράτο. Η ανατολική Ουκρανία αποτέλεσε τη Σοβιετική Λαϊκή Δημοκρατία με πρωτεύουσα το Χάρκοβο.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος υποσχέθηκε να αποστείλει το Α’ Σώμα Στρατού, αλλά από τις τρεις Μεραρχίες του απεστάλησαν οι δύο με Διοικητή τον στρατηγό Κ. Νίδερ, ο οποίος σύντομα αντικαταστάθηκε από τον υποστράτηγο Ι. Νεγρεπόντη. Οι ελληνικές δυνάμεις έλαβαν μέρος στις συγκρούσεις της Χερσώνας, του Νικολάγιεφ και της Μπερεζόφκας.
Το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα αποχώρησε τον Απρίλιο του 1919, ωστόσο ο ελληνισμός της περιοχής υπέφερε τα πάνδεινα. Οι μπολσεβίκοι επιδόθηκαν σε διωγμούς και κύματα προσφύγων κατέφυγαν στην Ελλάδα. Οι περιουσίες των Ελλήνων στο Κίεβο, τη Χερσώνα και το Νικολάγιεφ διερπάγησαν, λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν. Αρκετοί Έλληνες της περιοχής εκτελέστηκαν. Ακόμα και όταν η εκστρατεία είχε λήξει, ο Στάλιν ως κομισάριος για τις εθνότητες διέλυσε αρκετές ελληνικές κοινότητες, πολλά μέλη των οποίων εξορίστηκαν στα βάθη της Ασίας.
Πάντως, ο ελληνισμός της περιοχής παρά τις διώξεις που υπέστη διατήρησε τα χαρακτηριστικά του, αν και αρκετοί ρωσοφώνησαν και μερικοί άλλοι ομιλούν μεικτή με ταταρικά στοιχεία γλώσσα. Η περιοχή της Μαριούπολης διαθέτει ελληνική κοινότητα, μέρος της οποίας προέρχεται από τον αρχαίο ελληνισμό της Κριμαίας. Τα ανωτέρω ιστορικά περιστατικά διδάσκουν για την ακολουθητέα κάθε φορά εξωτερική πολιτική, αν και τα εξαγόμενα συμπεράσματα δεν είναι πλήρως συμβατά μεταξύ τους. Συγκεκριμένα στον Κριμαϊκό πόλεμο του 1853 επιλέξαμε τη λάθος πλευρά και ηττηθήκαμε, στο δεύτερο Κριμαϊκό πόλεμο του 1919 επιλέξαμε τη σωστή πλευρά αλλά δεν νικήσαμε.
*Ο κ. Άλκης Ν. Δερβιτσιώτης είναι Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.