22 Νοεμβρίου 1966 η εταιρία Lyra κυκλοφορεί τον δίσκο “Το Φορτηγό” του 22χρονου Διονύση Σαββόπουλου. Τα μέσα της δεκαετίας του ’60, η κυκλοφορία των LP ήταν ένα ανερχόμενο φαινόμενο παγκοσμίως (με την επιρροή των Beatles, Dylan κ.ά.). Ο Αλέκος Πατσιφάς, που είχε ήδη κυκλοφορήσει 45αρια του Σαββόπουλου (μεταξύ αυτών το “Μια θάλασσα μικρή” το 1965), έδρασε προνοητικά, τοποθετώντας τον Σαββόπουλο σε αυτή τη νέα “κουλτούρα του δίσκου,” όπου το έργο του θα αντιμετωπιζόταν ως ολόκληρη καλλιτεχνική πρόταση. Αναγνώρισε ότι εκπροσωπούσε κάτι πραγματικά νέο και ανατρεπτικό για την εποχή.
Την περίοδο εκείνη επικρατεί στην ελληνική μουσική σκηνή, το έντεχνο λαϊκό ύφος. Το “Φορτηγό” κυκλοφορεί και εισάγει ένα νέο είδος μουσικής και στίχου. Ο Σαββόπουλος γράφει μουσική, στίχους και τραγουδά ο ίδιος. Αυτή η ολική δημιουργική αυτενέργεια ήταν πρωτόγνωρη και θεμελίωσε τη μετέπειτα σχολή των Ελλήνων τραγουδοποιών. Aκουστικές κιθάρες, φυσαρμόνικα και ένα ελεύθερο, “ακατέργαστο” ύφος ερμηνείας, η ορμή της φωνής του νεαρού Σαββόπουλου, αλλά κυρίως ο στίχος. Σε αντίθεση με τους κοινωνικούς ή ποιητικούς στίχους της εποχής, ο Σαββόπουλος έφερε το προσωπικό, βιωματικό και αυτοβιογραφικό στοιχείο. Άμεση γλώσσα πεζή, αργκό, στίχοι είναι γεμάτοι εικόνες, δρόμο, ταξίδι, φυγή και μια αίσθηση ελευθερίας και αμφισβήτησης της καθεστηκυία τάξης. Αλλά και η εξωτερική εμφάνιση του Σαββόπουλου (μακρύ μαλλί, γυαλιά, φυσαρμόνικα) ήταν η εικόνα του αντισυμβατικού καλλιτέχνη στην Ελλάδα.
Το “Φορτηγό” αποτέλεσε την γέφυρα ανάμεσα στις γενιές σημαντικών δημιουργών. Ανάμεσα στο παλιό έντεχνο τραγούδι και τη μετέπειτα, πιο “ροκ” και “λαϊκότροπη” ελληνική μουσική σκηνή των ’70s όπως ο Μανώλης Ρασούλης, ο Νίκος Ξυδάκης κ.ά., τους οποίους αργότερα επηρέασε ή και συνεργάστηκε.
Το “Φορτηγό” δεν ήταν απλώς ένας δίσκος. Ήταν η πρώτη ρήξη με το κατεστημένο μουσικό μοντέλο της Ελλάδας, ορίζοντας το προσωπικό και ανεξάρτητο ως το νέο πρότυπο για το ελληνικό τραγούδι. Η μουσική ταυτότητα του άλμπουμ είναι ένα επαναστατικό μίγμα για την ελληνική δισκογραφία της δεκαετίας του 1960, που υπερβαίνει ακόμη και το νεανικό “Νέο κύμα” που γεννιέται στις μπουάτ της Πλάκας. Η ενορχήστρωση είναι σκόπιμα απλή και “ακατέργαστη”, σε πλήρη αντίθεση με τις ορχηστρικές και πολύπλοκες ενορχηστρώσεις του έντεχνου τραγουδιού της εποχής. Κάθε τραγούδι είναι μια ολοκληρωμένη, αφήγηση με προσωπική, κοινωνική και πολιτική διάσταση με μέσα λιτά και άμεσα.
Αλλά κυρίως η φωνή. Η βραχνή, τραχιά φωνή του Σαββόπουλου, που απείχε πολύ από τις “μεγάλες φωνές” του λαϊκού, ήταν από μόνη της μια πρόκληση. Και πρόσκληση. Να καβαλήσουμε το “Φορτηγό” του Διονύση Σαββόπουλου, με άγνωστο προορισμό.
Βάσια Μπακετέα
Πηγή: Αθήνα 9,84