Ένοχος για όλες τις κατηγορίες. Με τα λόγια αυτά, μεταδόθηκε στον κόσμο που βρισκόταν έξω από το δικαστήριο του νότιου Μανχάταν η τελική απόφαση στη δίκη του τέως Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, η οποία απασχόλησε τη διεθνή γνώμη από τις 15 Απριλίου.
Οι 34 κατηγορίες για τις οποίες ο Δικαστής Τζάστις Μέρτσαν και οι ένορκοι αποφάσισαν την ενοχή του, αφορούν περιπτώσεις παραποίησης επιχειρηματικών αρχείων σε βαθμό κακουργήματος, ενώ οι εισαγγελείς έκαναν λόγο για «απάτη εις βάρους του αμερικανικού λαού».
Η ποινή του θα ανακοινωθεί στις 11 Ιουλίου και είναι δυνατό να του επιβληθεί φυλάκιση έως και τεσσάρων ετών. Αξίζει να σημειωθεί, όμως, ότι για τέτοιου είδους μη βίαια εγκλήματα ανθρώπων με καθαρό ποινικό παρελθόν δεν είναι σύνηθες να επιβάλλεται κάθειρξη.
Κατηφής ο Ντόναλντ Τραμπ βγαίνει από την αίθουσα του δικαστηρίου του Μανχάταν. Ο τέως Πρόεδρος των ΗΠΑ κρίθηκε «ένοχος για όλες τις κατηγορίες» στην πολύκροτη «δίκη Ντάνιελς» και θα περιμένει έως τις 11 Ιουλίου για να μάθει την ποινή του. Πρόκειται για μία ιστορική στιγμή για τη χώρα η οποία πλέον έχει τον πρώτο καταδικασμένο πρώην (και ξανά υποψήφιο) Πρόεδρο στην ιστορία της. Φωτ. Seth Wenig / Pool via REUTERS.
Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια ιστορική στιγμή για τη χώρα που από σήμερα έχει τον πρώτο καταδικασμένο πρώην (και ξανά υποψήφιο) Πρόεδρο στην ιστορία της.
Βγαίνοντας από την αίθουσα, ο Τραμπ μίλησε σύντομα σε ομάδα δημοσιογράφων, κάνοντας λόγο για στημένη δίκη από έναν μεροληπτικό δικαστή και ένα σώμα προκατειλημμένων ενόρκων. «Θα πολεμήσουμε για το αμερικανικό Σύνταγμα», είπε μπροστά στις κάμερες. «Τίποτα δεν τελείωσε. Ο αγώνας ξεκινά τώρα και την πραγματική ετυμηγορία θα τη βγάλει ο λαός στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου».
Συγκεντρωμένοι πανηγυρίζουν έξω από το δικαστήριο του Μανχάταν μόλις πληροφορήθηκαν την καταδίκη του Ντόναλντ Τραμπ. Ο 77χρονος τέως Πρόεδρος των ΗΠΑ αντιμετωπίζει επί του παρόντος άλλες τρεις ποινικές υποθέσεις: δύο ομοσπονδιακές, που αφορούν τον χειρισμό απόρρητων εγγράφων και τις προσπάθειές του να ανατρέψει τις εκλογές του 2020, και μια πολιτειακή υπόθεση στην Τζόρτζια που αφορά την παρέμβαση στις εκλογές. Φωτ. TODD HEISLER/THE NEW YORK TIMES
Τι ακολουθεί
Σύμφωνα με το σύστημα της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, στις μέρες που απομένουν μέχρι να ακουστεί η ποινή του, ο Τραμπ δικαιούται να μιλήσει με κάποιον ψυχολόγο ή κοινωνικό λειτουργό και να προσπαθήσει να «δώσει μια καλή εντύπωση και να εξηγήσει για ποιον λόγο αξίζει μια ελαφριά τιμωρία».
Όμως, καθώς ο Τραμπ προσπαθεί να κερδίσει την «καλύτερη δουλειά της χώρας», δηλαδή την προεδρία, η προεκλογική του καμπάνια πιθανώς θα πρέπει να αρχίσει να σχεδιάζεται ξανά. Ως Αμερικανός πολίτης που έχει επισήμως καταδικαστεί για κακουργηματικές πράξεις, ο Τραμπ δεν αποκλείεται να πρέπει να δίνει τακτικά το «παρών» σε κάποιον αξιωματούχο, ενώ μπορεί μέσα στις επόμενες ημέρες να του επιβληθούν περιορισμοί σχετικά με τα ταξίδια του στο εσωτερικό της χώρας.
Αν και το Σύνταγμα των ΗΠΑ δεν απαγορεύει σε έναν καταδικασμένο πολίτη να θέτει υποψηφιότητα (ούτε να εκλέγεται Πρόεδρος), ο ίδιος δεν αποκλείεται να δυσκολευτεί να ψηφίσει (τον εαυτό του). Αυτό γιατί η πολιτειακή νομοθεσία της Φλόριντα, στην οποία είναι καταγεγραμμένος, απαιτεί από τους καταδικασμένους πολίτες να έχουν ολοκληρώσει την οποιαδήποτε ποινή τούς έχει επιβληθεί στη χώρα προτού τους επιτραπεί να προσέλθουν σε κάλπες Προεδρικών Εκλογών.
Δεν πρέπει επιπλέον να ξεχνάμε πως ο 77χρονος τέως Πρόεδρος, αντιμετωπίζει επί του παρόντος άλλες τρεις ποινικές υποθέσεις: δύο Ομοσπονδιακές, που αφορούν τον χειρισμό απόρρητων εγγράφων και τις προσπάθειές του να ανατρέψει τις Εκλογές του 2020, και μια Πολιτειακή υπόθεση στην Τζόρτζια, που αφορά την παρέμβαση στις Εκλογές.
Ο Εισαγγελέας Αλβιν Μπραγκ, ο οποίος πριν από πολλούς μήνες ξεκίνησε μόνος του τον αγώνα που οδήγησε στην ιστορική 30ή Μαΐου, βγήκε περιχαρής από τα Δικαστήρια. Ο Τραμπ και οι υποστηρικτές του τον απείλησαν και τον λοιδόρησαν. Δημοκρατικοί είχαν πει πως οι προσπάθειές του είναι μάταιες, όμως τελικά ο ΔΔκαστής Μέρτσαν κάθισε στην έδρα του πριν από πέντε εβδομάδες γι’ αυτή που έμελλε να είναι η ιστορική «Δίκη Ντάνιελς».
Οι 12 Νεοϋορκέζοι που απάρτισαν το Σώμα των Ενόρκων άκουσαν εβδομάδες κακόγουστων αφηγήσεων, στις οποίες ο τέως Πρόεδρος και άλλα πρόσωπα περιέγραψαν τους τρόπους με τους οποίους η Κυβέρνηση έκλεινε συμφωνίες με τα αμερικανικά ταμπλόιντ, μια σεξουαλική συνάντηση μεταξύ του Τραμπ και της πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς και την εξαγορά της σιωπής της με 130.000 δολάρια, τα οποία δικαιολογήθηκαν ως έξοδα του πολιτικού γραφείου του Τραμπ.
Οι Εισαγγελείς λένε επίσης ότι ο δισεκατομμυριούχος τέως Πρόεδρος προέβη σε απάτη εις βάρος του αμερικανικού λαού, υποστηρίζοντας ότι παραποίησε τα αρχεία που σχετίζονται με την αποζημίωση, οδηγώντας τους Αμερικανούς φορολογουμένους να πληρώσουν από την τσέπη τους για τις ατασθαλίες του.
Σύμφωνα με το Reuters, ο Δικαστής Χουάν Μέρτσαν όρισε την 11η Ιουλίου, τέσσερις ημέρες πριν την επίσημη απόδοση του χρίσματος στον τέως Πρόεδρο, ως την ημέρα που θα του απαγγελθεί η ποινή του. Εκτός αυτού, επέτρεψε ο καταδικασμένος τέως πρόεδρος να παραμείνει ελεύθερος χωρίς περιοριστικούς όρους.
Σημειώνεται ότι ο Δικαστής έδωσε στην υπεράσπιση προθεσμία ως τη 13η Ιουνίου για να παρουσιάσει την επιχειρηματολογία της ενόψει της απαγγελίας της ποινής και ως την 27η Ιουνίου στην κατηγορούσα αρχή για να ανταπαντήσει.
Ποινές
Ο Δικαστής που διευθύνει την υπόθεση, ο Χουάν Μέρτσαν, πρέπει πρώτα να εγκρίνει την ετυμηγορία και να εκδώσει οριστική απόφαση, αν και αυτό είναι συνήθως τυπικό. Θεωρητικά ο Τραμπ διατρέψει κίνδυνο να τού επιβληθεί ποινή φυλάκισης: η πλαστογράφηση λογιστικών εγγράφων επισύρει ποινή ως και τεσσάρων ετών φυλάκισης στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης.
Δεδομένου ότι ο Τραμπ, είναι 78 ετών και δεν έχει ποινικό μητρώο, ο Δικαστής είναι πιθανόν να του απαγγείλει ποινή με αναστολή ή κοινωνική εργασία, σε αυτή την τελευταία περίπτωση πιθανόν και την καταβολή χρηματικού προστίμου.
Εάν τιμωρηθεί πέραν του προστίμου, ο Τραμπ θα μπορούσε να τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό ή να υποβληθεί σε απαγόρευση κυκλοφορίας αντί να φυλακιστεί. Ως πρώην πρόεδρος, έχει το δικαίωμα να προστατεύεται ισόβια από την Μυστική Υπηρεσία και η υλικοτεχνική υποδομή για την ασφάλειά του πίσω από τα κάγκελα θα μπορούσε να είναι περίπλοκη.
Σε κάθε περίπτωση μετά την καταδίκη, οι δικηγόροι και οι εισαγγελείς θα προτείνουν ποινές και στη συνέχεια θα διαφωνήσουν επ’ αυτών κατά την ακρόαση της ποινής του Τραμπ, όπου ο Μέρτσαν θα λάβει απόφαση.

Στις 11 Ιουλίου θα του απαγγελθούν κατηγορίες
Το δικαίωμα της έφεσης
Ο τέως Πρόεδρος μπορεί κάλλιστα να υποβάλλει αίτηση έφεσης προβάλλοντας εκ νέου επιχειρήματα που απέρριψε ο Μέρτσαν πριν από τη Δίκη, μεταξύ άλλων ότι το κατηγορητήριο είναι νομικά εσφαλμένο και πολιτικά υποκινούμενο.
Είναι επίσης πιθανό να ισχυριστεί ότι ο Δικαστής του στέρησε μια δίκαιη Δίκη κάνοντας νομικά λάθη, συμπεριλαμβανομένης της αποδοχής πρόστυχης μαρτυρίας από μια πορνοστάρ που είπε ότι έκανε σεξ με τον Τραμπ – μαρτυρία που οι δικηγόροι του είπαν ότι ήταν αδικαιολόγητη και αποσκοπούσε στο να ξεσηκώσει τους ενόρκους εναντίον του.
Η υπεράσπιση είναι πιθανό να υποστηρίξει ότι οι ίδιες οι κατηγορίες ήταν νομικά ακατάλληλες. Η παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων από μόνη της αποτελεί πλημμέλημα στη Νέα Υόρκη, αλλά μετατρέπεται σε κακούργημα όταν γίνεται για να βοηθήσει στη διάπραξη ή την απόκρυψη άλλου εγκλήματος.
Στην προκειμένη περίπτωση, το γραφείο του Μπραγκ δήλωσε ότι το άλλο έγκλημα ήταν συνωμοσία για την παραβίαση Πολιτειακού εκλογικού νόμου. Αλλά οι δικηγόροι του Τραμπ έχουν υποστηρίξει ότι ο ολιτειακός νόμος δεν ισχύει για τις Ομοσπονδιακές Εκλογές.
Τι γίνεται σε περίπτωση που εκλεγεί Πρόεδρος
Τέλος, παρά την αναγγελία της ποινής και του δικαιώματος της έφεσης, το Σύνταγμα των ΗΠΑ δεν τον εμποδίζει, ούτε να βάλει υποψηφιότητα για την προεδρία, ούτε να λάβει το αξίωμα, καθώς οι μόνες προϋποθέσεις που τίθενται είναι ότι οι Πρόεδροι πρέπει να είναι τουλάχιστον 35 ετών και είτε να έχουν γεννηθεί στις ΗΠΑ, είτε να έχουν ζήσει στη χώρα για 14 χρόνια.
Υπάρχει ακόμη ένα κριτήριο που ορίζεται στην 14η τροπολογία, όπου αναφέρεται ότι κανένας που έχει ορκιστεί προηγουμένως και συμμετέχει σε εξέγερση δεν μπορεί να είναι αξιωματούχος των ΗΠΑ.
Αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάνθηκε νωρίτερα φέτος ότι το Κογκρέσο θα πρέπει να ψηφίσει ειδικό νόμο που να επικαλείται αυτή την απαγόρευση. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί σύντομα, δεδομένης της κυριαρχίας των Ρεπουμπλικάνων στην Βουλή των Αντιπροσώπων.