Τον ακαδημαϊκό διασκελισμό τους καλούνται να διευρύνουν τα ελληνικά ΑΕΙ, ώστε να ανταποκριθούν στον διεθνή ανταγωνισμό. Παρά τις προσπάθειές τους και παρά τις περί του αντιθέτου θριαμβολογίες πρυτάνεων, τα ελληνικά ΑΕΙ υποχωρούν στις διεθνείς λίστες αξιολόγησης, όπως αποτυπώνεται στην ετήσια Έκθεση της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), που παρουσιάζει σήμερα η «Κ». Κατ’ αυτόν τον τρόπο δείχνουν να ασθμαίνουν στη μάχη για εξωστρέφεια και προσέλκυση ξένων φοιτητών και ερευνητικών συνεργασιών με ξένα ΑΕΙ, σε μια περίοδο άνθησης της διεθνούς τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στην Ελλάδα μάλιστα, οι προπτυχιακές σπουδές εντατικοποιούνται, ενώ εκρηκτική αύξηση καταγράφεται στις μεταπτυχιακές σπουδές. Βαρίδια των ελληνικών ΑΕΙ είναι οι «αιώνιοι» φοιτητές που επηρεάζουν τη θέση τους στις διεθνείς αξιολογήσεις, το μειωμένο προσωπικό και η έλλειψη σύνδεσης των προγραμμάτων σπουδών με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Βαρίδια των ιδρυμάτων είναι οι «αιώνιοι» φοιτητές, το μειωμένο προσωπικό και η έλλειψη σύνδεσης των προγραμμάτων σπουδών με τις ανάγκες της αγοράς και τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Ειδικότερα, η ΕΘΑΑΕ στην ετήσια έκθεσή της, η οποία θα επιδοθεί στον πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κ. Κωνσταντίνο Τασούλα τις επόμενες ημέρες, παρουσιάζει τη θέση των ελληνικών πανεπιστημίων στις διεθνείς κατατάξεις των οίκων ARWU, THE, QS, Scimago, Webometrics, NTU, URAP και CWUR για το 2023, καθώς και τη μεταβολή της θέσης τους από το 2022. Οι κατατάξεις των οίκων διαφοροποιούνται ανάλογα με το βάρος που δίνει ο καθένας στα διάφορα κριτήρια, όπως το ακαδημαϊκό έργο, οι δημοσιεύσεις, η φήμη, η επαγγελματική πορεία των αποφοίτων τους κ.ά. Από τη μελέτη της κατάταξης των ελληνικών ΑΕΙ προκύπτουν τα εξής:
• Στη λίστα Webometrics, 12 ιδρύματα εμφανίζονται να έχουν βελτιώσει τις επιδόσεις τους σε σχέση με το 2022 και 15 ιδρύματα έχουν λιγότερο καλές επιδόσεις. Ως προς το 2022 εμφανίζεται ακόμη ένα ίδρυμα.
• Στη λίστα της Scimago, στα περισσότερα ΑΕΙ (17) καταγράφεται επιδείνωση των επιδόσεών τους, ενώ μόνο 6 έχουν σημειώσει βελτίωση. Σε σχέση με το 2022, περιλαμβάνονται 3 επιπλέον ιδρύματα.
• Στο URAP, 11 ιδρύματα έχουν επιδείνωση των επιδόσεών τους, ενώ 7 έχουν βελτιώσει τη θέση τους.
• Στη λίστα THE, 8 ιδρύματα εμφανίζονται χωρίς μεταβολή ως προς το 2022 και 5 εμφανίζουν επιδείνωση των επιδόσεών τους. Σε σχέση με το 2022 περιλαμβάνονται επιπλέον 3 ιδρύματα.
• Στο CWUR, σε όλα τα ΑΕΙ, πλην ενός, σημειώνεται επιδείνωση.
• Στη λίστα QS ένα ίδρυμα έχει βελτιώσει την επίδοσή του, δύο σημειώνουν επιδείνωση και τρία εμφανίζονται χωρίς μεταβολές.
• Στη λίστα ARWU για το 2023 περιλαμβάνονται δύο ιδρύματα ακόμη, ενώ επιδείνωση καταγράφεται μόνο σε ένα ίδρυμα. Στα υπόλοιπα δεν παρατηρείται μεταβολή.
• Στο σύστημα NTU καταγράφεται επιδείνωση σε πέντε ΑΕΙ, βελτίωση σε ένα ίδρυμα, ενώ περιλαμβάνονται δύο ιδρύματα ΑΕΙ.
«Η υποχώρηση των θέσεων οφείλεται στο γεγονός ότι στις λίστες εισέρχονται πανεπιστήμια από την Κίνα, την Ασία και τις χώρες του Κόλπου, τα οποία είναι μεγάλα αλλά δεν είναι γνωστά διεθνώς. Σε αυτά τα επίπεδα μπορούν να “παίξουν” λίγα ελληνικά πανεπιστήμια, και μάλιστα όχι ως σύνολο αλλά με κάποια τμήματα – προγράμματα σπουδών. Οσο τα ελληνικά ΑΕΙ προχωρούν στη λειτουργία διεθνοποιημένων προγραμμάτων σπουδών και σε συνεργασίες με ξένα ΑΕΙ σε ακαδημαϊκό και ερευνητικό επίπεδο, τόσο θα βελτιώνεται η θέση τους», παρατήρησε στην «Κ» ο πρόεδρος της ΕΘΑΑΕ Περικλής Μήτκας.
«Δύσκαμπτο καθεστώς»
«Οι διεθνείς λίστες αξιολόγησης ΑΕΙ αξιοποιούνται για την προσέλκυση ξένων φοιτητών. Τα ελληνικά πανεπιστήμια χωλαίνουν για σειρά λόγων. Ενδεικτικά, ξεκινήσαμε αργά την ίδρυση αγγλόφωνων προπτυχιακών προγραμμάτων. Το σώμα των πανεπιστημιακών δεν έχει ανανεωθεί την τελευταία δεκαετία, ο μέσος όρος ηλικίας είναι υψηλός και αυτό έχει επίπτωση στις δημοσιεύσεις αλλά και στην υιοθέτηση νέων εκπαιδευτικών πρακτικών. Επίσης, τα ξένα ΑΕΙ ευνοούνται από το ευέλικτο καθεστώς λειτουργίας τους, σε σχέση με το δύσκαμπτο, γραφειοκρατικό στην Ελλάδα. Δεν λείπουν και κριτήρια στα οποία μηδενιζόμαστε. Πείτε μου, ας πούμε, ποιο ΑΕΙ έχει βάση δεδομένων με τους αποφοίτους του, πόσα τους ενημερώνουν με newsletters, πόσα παρακολουθούν την πορεία τους στην αγορά εργασίας», παρατηρεί, από την πλευρά του, στην «Κ» ο κ. Γεώργιος Δουκίδης, καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ) και μέλος του ανώτατου συμβουλίου της ΕΘΑΑΕ.
Ένα στοιχείο που επηρεάζει αρνητικά τη θέση των ελληνικών ΑΕΙ στις διεθνείς αξιολογήσεις (και όχι μόνο) είναι οι «αιώνιοι» φοιτητές. Σήμερα, ένας στους δύο (47,97% το ακριβές ποσοστό) εγγεγραμμένους φοιτητές έχει ξεπεράσει το ανώτατο όριο σπουδών της σχολής του (οι 333.741 στους 695.678 φοιτητές). Οπως παρατηρεί η έκθεση, «ο φοιτητικός πληθυσμός στην Ελλάδα εμφανίζεται δυσανάλογα διογκωμένος (8,4%) σε σχέση με τον φοιτητικό πληθυσμό όλων των χωρών της Ε.Ε. και διπλάσιος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (4%) εξαιτίας της ύπαρξης των μη ενεργών φοιτητών στους εγγεγραμμένους. Εκτός από το γεγονός ότι το φαινόμενο αυτό εκθέτει τη χώρα, έχει αρνητικές επιπτώσεις στους λοιπούς δείκτες της ανώτατης εκπαίδευσης. Μία από τις επιπτώσεις είναι ότι στον δείκτη της ποσοστιαίας αναλογίας αποφοίτων προς φοιτητές, η Ελλάδα εμφανίζεται στην τελευταία θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, με ποσοστό μόλις 9,8%, το οποίο απέχει πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (23,9%). Αρνητικά επηρεάζεται και η αναλογία φοιτητών προς διδακτικό προσωπικό, με την Ελλάδα να σημειώνει τη δυσμενέστερη αναλογία μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., με τιμή 49 έναντι της ευρωπαϊκής μέσης τιμής 12».
Ωστόσο οι σημερινοί φοιτητές σπεύδουν να ολοκληρώσουν το πρώτο τους πτυχίο. Ο κύριος στόχος είναι μία καλή δουλειά. Αλλά γι’ αυτό εφοδιάζονται με επιπλέον πτυχία. Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή έρευνα Eurograduate, τo 90% των αποφοίτων ΑΕΙ συνεχίζει για μεταπτυχιακές σπουδές, ενώ ποσοστό πάνω από το 40% συνεχίζει σε δεύτερο μεταπτυχιακό πρόγραμμα. Πάνω από το 60% των πτυχιούχων και διπλωματούχων μάστερ συμμετέχουν σε δραστηριότητες διά βίου μάθησης. Από τους πτυχιούχους, ποσοστό 60% συνεχίζει τις σπουδές του στην Ελλάδα και το 40% επιλέγει άλλη χώρα.
Από την άλλη βέβαια, η Ελλάδα, σε σύνολο 31 χωρών στην Ε.Ε., βρίσκεται στην 28η θέση ως προς την ανάπτυξη δεξιοτήτων (η ανάπτυξη των δεξιοτήτων αντιπροσωπεύει όλες τις δραστηριότητες εκπαίδευσης και επιμόρφωσης της χώρας και τα άμεσα αποτελέσματά τους από πλευράς δεξιοτήτων που έχουν αναπτυχθεί), στην 27η θέση ως προς την ενεργοποίηση δεξιοτήτων (τον βαθμό στον οποίο υπάρχουν και χρησιμοποιούνται οι δεξιότητες στην αγορά εργασίας) και στην 30ή θέση ως προς την εναρμόνιση δεξιοτήτων (τον βαθμό που αξιοποιούνται οι δεξιότητες στην αγορά εργασίας και ταιριάζουν με τις απαιτήσεις της), ενώ συνολικά στον σύνθετο δείκτη European Skills Index καταλαμβάνει την 29η θέση, επίδοση την οποία κατέχει από το 2017.
Τέλος, στον τομέα της έρευνας παρουσιάζεται σχεδόν η ίδια εικόνα των τελευταίων ετών. Οι επιδόσεις της Ελλάδας ως προς την ποσότητα του ερευνητικού έργου, δηλαδή τον αριθμό των επιστημονικών δημοσιεύσεων, εμφανίζονται ικανοποιητικές, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο και με τους δείκτες της ποιότητας του ερευνητικού έργου. Η αναλογία των αναφορών ανά δημοσίευση παρουσίασε πτώση για την Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία, με την τιμή του δείκτη 0,66 κατά το 2013 να πέφτει στο 0,54 κατά το 2023. Η ευρωπαϊκή ερευνητική χρηματοδότηση για την Ελλάδα βρίσκεται σε ικανοποιητικό επίπεδο, ωστόσο τα ΑΕΙ επιτυγχάνουν μικρότερα ποσά έναντι των ερευνητικών κέντρων και των επιχειρήσεων.