Στη διάρκεια του 2022, δηλαδή του τελευταίου έτους για το οποίο η ΕΛΣΤΑΤ έχει ολοκληρωμένη στατιστική εικόνα, επιβεβαιώθηκε η τάση συρρίκνωσης του ελληνικού πληθυσμού: Οι γεννήσεις ήταν μειωμένες κατά 10,31% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Σε απόλυτους αριθμούς, το 2022 γεννήθηκαν 76.541 παιδιά -και, προοπτικά, νέοι Έλληνες πολίτες- ήτοι 8.805 λιγότερα από τα 85.346 παιδιά που καταγράφηκαν στα ληξιαρχεία ανά την επικράτεια το 2021.
Μάλιστα, το σύνολο των γεννήσεων του 2022 κατέρριψε κάθε προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ για τη χώρα μας από το 1955, καθώς για πρώτη φορά από τότε που τηρούνται επίσημα και έγκυρα στατιστικά στοιχεία, καταγράφηκαν λιγότερες από 80.000 γεννήσεις ετησίως στην Ελλάδα.
Την ως άνω, εξαιρετικά ανησυχητική εικόνα, με τη σαφή πληθυσμιακή συρρίκνωση της χώρας, αποτυπώνει εναργώς σε μια διεξοδική επιστημονική μελέτη με τίτλο “ υπογεννητικοτητα “και Θνησιμότητα στην Ελλάδα», την οποίαν εκπόνησαν ο καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης (Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων Ισπανίας, Επίτιμος Δρ. ΑΠΘ, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School στη Γαλλία), ο Δρ. Δημήτρης Μπατάκης (Πολυτεχνείο Κρήτης, Εργαστήριο Financial Engineering, Μ.Sc. LSE International Health Policy, M.Sc. Health Economics and Management) και ο Μανώλης Καρακώστας (M.Sc. Διοίκησης Επιχειρήσεων Επαγγελματίας Υγείας – Ερευνητής).
Η συγκριτική παρατήρηση και η αντιπαραβολή του ρυθμού γεννήσεων με τον αντίστοιχο των θανάτων, εικονογραφεί με ακόμη μεγαλύτερη ακρίβεια το μέγεθος του προβλήματος. Διότι, βάσει των στατιστικών στοιχείων, καθίσταται σαφές ότι από το 2010 το ισοζύγιο γεννήσεων/θανάτων είναι μονίμως αρνητικό, έχοντας σταθερά αυξητικές τάσεις.
Όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά οι ερευνητές «ανά μέσο όρο πενταετίας από το 1955, ο αριθμός των θανάτων συνεχώς αυξάνεται. Μάλιστα, την τριετία 2020-2022 η αύξηση είναι αισθητά μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των προηγούμενων χρονικών περιόδων. Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει πως αυτό οφείλεται στην πανδημία του κορονοϊού, για τα έτη 2021 και 2022, όμως η εκτίναξη των θανάτων στους 131.084 το 2020 από τους 124.954 που ήταν το 2019, μαρτυρά πως το πρόβλημα είναι βαθύτερο».
Η άμεση συνέπεια της υστέρησης των γεννήσεων έναντι των θανάτων, είναι ότι η Ελλάδα γερνά. Μέσα σε 50 χρόνια οι Έλληνες ηλικίας έως 14 ετών μειώθηκαν κατά 11,3%: Το 1971 ήταν 25,4% επί του συνόλου του πληθυσμού, ενώ το 2021 μετρήθηκαν μόλις στο 14,1%. Ταυτόχρονα, αντιστρόφως ανάλογη είναι η πορεία των ηλικιωμένων. Η πληθυσμιακή ομάδα των ατόμων άνω των 65 ετών αυξήθηκε σχεδόν όσο μειώθηκαν οι νέοι, με 11,7%.
Ως προς τη σύγκριση με ό,τι ισχύει παγκοσμίως, η μελέτη διαπιστώνει ότι, ως προς την γήρανση του πληθυσμού, η Ελλάδα βρίσκεται στην 6η θέση παγκοσμίως, με το 22,8% των κατοίκων της να είναι ηλικίας άνω των 65 ετών. Έως το 2050, αυτή η πληθυσμιακή ομάδα θα περιλαμβάνει το 34,5% των κατοίκων, φέρνοντας την χώρα μας στην 7η θέση του σχετικού καταλόγου.