Του Μιχάλη Κωτσάκου
Σε αχαρτογράφητα νερά βαδίζει πλέον η κυβέρνηση μετά την υψηλού ρίσκου απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να διαγράψει τον Αντώνη Σαμαρά από μέλος της Νέας Δημοκρατίας. Μία κίνηση που έχει προκαλέσει ταραχή σε όλο το πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Εάν μάλιστα συνυπολογίσουμε ότι μεγάλο μέρος της βάσης του κόμματος ασπάζεται τις θέσεις του κ. Σαμαρά, όχι μόνο για τα εθνικά θέματα, αλλά και το ότι η Νέα Δημοκρατία έχει ξεφύγει από τις ιδεολογικές της ρίζες και όπως χαρακτηριστικά είπε και ο πρώην πρωθυπουργός «θυμίζει Ποτάμι». Μεταξύ των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας υπάρχει μία παγωμάρα, κάτι που έχει φανεί σε όλα τα πολιτικά πάνελ, όπου προσπαθούν με τις τοποθετήσεις τους να τετραγωνίσουν τον κύκλο.
Το Μαξίμου απέστειλε ένα μήνυμα μέσω του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη, ότι η κυβέρνηση συνεχίζει την δουλειά της και ότι οι εκλογές θα διεξαχθούν στην ώρα τους το 2027, διαψεύδοντας τα σενάρια για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες μαζί με την εκλογή του Πρόεδρου της Δημοκρατίας. Πάντως την ίδια ώρα συντηρούνται τα σενάρια για αλλαγή του εκλογικού νόμου, προκειμένου να υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση στις επόμενες εκλογές. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει το πρώτο κόμμα να λαμβάνει το μπόνους των 50 εδρών άμεσα. Διότι στο τωρινό εκλογικό σύστημα το πρώτο κόμμα για να λάβει το μπόνους θα πρέπει να έχει ξεπεράσει το 25%. Επίσης εάν ένα κόμμα κινηθεί πέριξ του 30% δεν λαμβάνει ολόκληρο το μπόνους των 50 εδρών, αλλά πολύ λιγότερες, καθώς είναι αναλογικός ο τρόπο που κερδίζει βουλευτές.
Για να αλλάξει το εκλογικό σύστημα και να ισχύσει άμεσα από τις επόμενες εκλογές θα πρέπει να συγκεντρώσει τουλάχιστον 200 ψήφους. Κάτι που με βάση τη σύνθεση της παρούσης Βουλής θα πρέπει να αποκλειστεί, καθώς ο Νίκος Ανδρουλάκης ήδη έχει απαντήσει αρνητικά στα παραπάνω σενάρια λέγοντας ότι «δεν είναι σοβαρό να αλλάζουμε εκλογικό σύστημα κάθε τρεις και λίγο». Το ίδιο ισχύει και για τα σενάρια για την άνοδο του ορίου εισαγωγής της Βουλής στο 5% από 3% που είναι τώρα.
Αν κι έχουν περάσει επτά ημέρες από την απρόσμενη διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του επιμένουν ότι «κανένας δε μπορεί να υπονομεύσει την ενότητα της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και τη σταθερότητα που εκπέμπει για τη χώρα η κοινοβουλευτική της δύναμη». Ωστόσο, σε αυτήν τη χρονική συγκυρία των πολλαπλών εσωτερικών προκλήσεων, με σημείο αναφοράς τα θέματα της καθημερινότητας, υπό το πρίσμα του εκλογικού αποτελέσματος στις Ηνωμένες Πολιτείες ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι η έξοδος του κ. Σαμαρά μπορεί να αποτελέσει αφορμή, για να ανακατευτεί η… τράπουλα. Όχι μόνο στην λεγόμενη δεξιά πολυκατοικία σε μία περίοδο όπου το δημοσκοπικό momentum βολεύει στο έπακρο την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου, αλλά και τη Φωνή Λογικής της Αφροδίτης Λατινοπούλου.
Νέο σκηνικό
Όμως η αποπομπή του κ. Σαμαρά συνολικά δημιουργεί νέα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Από εκεί που η Ν.Δ. έβγαζε ένα πρόσωπο συμπαγούς κόμματος, έναντι των κομμάτων της αντιπολίτευσης, τώρα εισέρχεται κι αυτή σε περιπέτειες. Διότι ουδείς μπορεί να γνωρίζει πως θα αντιδράσουν οι ψηφοφόροι της λαϊκής δεξιάς που ναι μεν ήταν δυσαρεστημένοι με τη στροφή του κόμματος τους, αλλά είχαν μία σταθερά για να πιαστούν, κι αυτή ήταν ο κ. Σαμαράς, που εκφράζει στο έπακρο τις ρίζες και την ιδεολογία της Νέας Δημοκρατίας, όπως αυτή προσδιορίστηκε από τον ιδρυτή της, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Από την κυβέρνηση προτάσσουν την σταθερότητα για τη χώρα και ποντάρουν στην εξουσία, που αποτελεί την συγκολλητική ουσία σε όλα τα κυβερνητικά κόμματα του δυτικού κόσμου, βοηθώντας να ξεπερνούν τις κρίσεις, όμως την ίδια ώρα τα προβλήματα της καθημερινότητας και η διαρκώς αυξανόμενη δυσαρέσκεια απελευθερώνει δυνάμεις ακόμη κι εντός της Ν.Δ. να διαμαρτυρηθούν για τη στροφή του κόμματος, αλλά και την αλαζονεία που δείχνει αρκετές φορές η κυβέρνηση.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που γίνεται απόλυτα εμφανές στις συζητήσεις με κυβερνητικά και κομματικά στελέχη είναι ότι η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει κανονικά την προώθηση της στρατηγικής και των μεταρρυθμίσεων, αφήνοντας πίσω τη διαγραφή του πρώην πρωθυπουργού και πρώην προέδρου. Είναι χαρακτηριστικό ότι από την εβδομαδιαία ανάρτηση του κ. Μητσοτάκη απουσίαζε ηχηρά κάθε αναφορά στο θέμα του κ. Σαμαρά, με τις τοποθετήσεις του πρωθυπουργού να προτάσσουν τα ζητήματα της καθημερινότητας και την αντιμετώπιση των προβλημάτων της κοινωνίας. «Είναι αυτονόητο ότι στην κυβέρνηση υπάρχει και συνοχή και σταθερότητα», σχολιάζουν γαλάζια στελέχη, ενώ πλείστα ερωτήματα περιμένουν την απάντησή τους.
Περί δεξιάς στροφής
Την ίδια ώρα πληθαίνουν τα πολιτικά ερωτήματα για το τι θα πράξει το Μαξίμου με τις φωνές που συνεχίζουν να ζητούν… δεξιά στροφή και επιστροφή στις ρίζες της Νέας Δημοκρατίας. Ερωτήματα που συνοδεύονται με πλείστα σενάρια. Από έναν γενναίο ανασχηματισμό με την αξιοποίηση στελεχών από την παραδοσιακή βάση και απομάκρυνση εξωκοινοβουλευτικών μουσαφίρηδων, όπως χαρακτηρίζονται πολλές από τις μεταγραφές του Κυριάκου Μητσοτάκη. Είναι χαρακτηριστικό τι έλεγε προ ολίγων 24ωρων στέλεχος με πολύχρονη παρουσία στην Βουλή: «Οι κεντρώοι ψηφοφόροι μπορούν να δίνουν αβάντα στην εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία, αλλά δεν αποτελούν την βάση κανενός κόμματος εξουσίας. Πρωτίστως η δύναμη του κάθε κόμματος είναι η παραδοσιακή βάση και οι κεντρώοι ψηφοφόροι είναι κάτι σαν το κερασάκι στην τούρτα».
Η παραπάνω ανάλυση είναι απόλυτα σωστή. Διότι ναι μεν οι κεντρώοι ψηφοφόροι δικαίως θεωρούνται φιλελεύθεροι, αλλά εδώ και τουλάχιστον 30 χρόνια με βάση και τις αναλύσεις των πολιτικών επιστημόνων και των δημοσκόπων, όταν φτάσουν μπροστά στην κάλπη κυρίαρχο κριτήριο για το ποιο κόμμα θα ψηφίσουν είναι το πορτοφόλι τους. Και αυτή την εποχή υποφέρουν, λόγω της ακρίβειας. Οπότε κάθε άλλο παρά μπορείς να τους θεωρήσεις «κλειδωμένους». Αυτή την συμπεριφορά έχουν επιδείξει σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από την δεκαετία του 90 μέχρι και σήμερα. Ακόμη και την εποχή που κάποιοι στράφηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015 επέλεξαν το άγνωστο και την απειρία στην διακυβέρνηση της χώρας, επειδή οι υποσχέσεις για καλυτέρευση των οικονομικών τους ήταν εύηχες.
Η παραδοσιακή βάση του κάθε κόμματος είναι αυτή που σε βοηθά να απογειωθείς και φυσικά να διεκδικήσεις και να κερδίσεις εκλογικές αναμετρήσεις. Και από το 2019 με την μετατόπιση της Ν.Δ. προς το κέντρο κι έχει πληγώσει κι έχει εξοργίσει ένα σημαντικό μέρος της παραδοσιακής βάση της Νέας Δημοκρατίας. Κάτι που ως φαίνεται στο Μαξίμου είτε δεν το καταλαβαίνουν, είτε δεν θέλουν να το παραδεχθούν. Κι εντάξει οι νεοφερμένοι που έχουν ανδρωθεί πολιτικά σε άλλα κόμματα δεν μπορούν να καταλάβουν εύκολα την ψυχοσύνθεση του απλού νεοδημοκράτη. Όμως τεράστια εντύπωση προκαλεί η εμμονή του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Επιμονή στην ίδια τακτική
Στο ερώτημα για την δεξιά στροφή αξιωματούχοι του Μαξίμου σχολιάζουν πως «ο πρωθυπουργός έχει δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις». Και σημειώνουν επίσης ότι «με σημείο αναφοράς την ομιλία του στη γενέθλια εκδήλωση της κυβερνητικής παράταξης στην οδό Ρηγίλλης. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρείται βέβαιο ότι η στρατηγική της συνεχούς διεύρυνσης που μας οδήγησε σε συνεχείς νίκες και αυτοδυναμίες από το 2019 μέχρι σήμερα, θα συνεχιστεί».
Η αλήθεια είναι ότι πολλάκις ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει εκφράσει την άποψή του για ένα κόμμα που δε θα βρίσκεται… στριμωγμένο ανάμεσα σε τείχη, αλλά θα διευρύνει συνεχώς το αποτύπωμά του τόσο προς το Κέντρο, όσο και προς τα δεξιά: «Η ζωή αποδεικνύει ότι όσο πλατύτερα απλώνονται τα κλαδιά της Νέας Δημοκρατίας, τόσο δικαιώνουν την ισχύ που έχουν οι ρίζες τους. Το 2016 πήρα μία εντολή από την βάση να ανανεώσω το κόμμα, να το κάνω πιο ευρύχωρο, καθώς στην πολιτική τα κενά καλύπτονται γρήγορα. Και βέβαια, να το θέσω στην καρδιά ενός μεγάλου κοινωνικού μετώπου, χωρίς ιδεολογικές παρωπίδες. Έτσι και έγινε. Και αυτό το φιλελεύθερο μέτωπο επικράτησε τελικά σε όλες τις μάχες που δώσαμε, στις τελευταίες μάλιστα με μεγαλύτερο ποσοστό από τις προηγούμενες».
Για το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε προς ολίγων 24ωρων. Οπότε αυτό που μένει για να δείξει ότι ασπάζεται τις ανησυχίες της βάσης είναι ένας ανασχηματισμός με αξιοποίηση στελεχών από την λεγόμενη λαϊκή δεξιά. Κι αυτό, όμως το ενδεχόμενο μάλλον θα πρέπει να αποκλειστεί. Με βάση τι έχει δείξει στα πέντε χρόνια διακυβέρνησης της χώρας ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δικαιώσει όλους όσοι λένε πως απεχθάνεται τους ανασχηματισμούς και προτιμά την ανακύκλωση προσώπων.
Ανησυχία
Η αλήθεια πάντως πέρα του τι διαρρέεται από το Μαξίμου είναι ότι υπάρχει ανησυχία για τις σκέψεις του Αντώνη Σαμαρά για την επόμενη ημέρα. Ουκ ολίγοι κάνουν λόγο ακόμη και για την ίδρυση νέου κόμματος χρησιμοποιώντας μία φράση από τη συνέντευξη που παραχώρησε ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου του κ. Σαμαρά, Νίκος Τσούτσιας, όπου δεν απέκλεισε τίποτα για το μέλλον του πρώην πρωθυπουργού προσθέτοντας ότι «ο κ. Σαμαράς δεν θα μείνει αμέτοχος και σιωπηλός».
Και η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν γνωρίζει τις σκέψεις του κ. Σαμαρά. Αυτό, όμως, που όλοι θεωρούν ως δεδομένο είναι ότι θα συνεχίζει να παρεμβαίνει όποτε το κρίνει ο ίδιος. Είτε μέσω παρεμβάσεων στο Κοινοβούλιο, είτε με ομιλίες σε εκδηλώσεις, είτε με καυστικές δηλώσεις, όποτε το κρίνει ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός, όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο στενός του συνεργάτης, Νίκος Τσούτσιας.
Ήδη όλο το πολιτικό προσωπικό της χώρας αναμένει τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, λίγες ημέρες πριν από τις γιορτές των Χριστουγέννων. Κάποιοι από το Μαξίμου ήδη λένε πως θα καταψηφίσει τον προϋπολογισμό. Όμως περισσότερο και από την ψήφιση, ή όχι θα μετρήσει η θέση που θα λάβει ασκώντας κριτική, εάν έχει ανακαλύψει κάτι στραβό. Και αυτό φαίνεται ότι ανησυχεί περισσότερο την κυβέρνηση. Την κριτική.
Πράγματι, το Μαξίμου είχε συμπεριλάβει εδώ και καιρό στις συσκέψεις του, το ενδεχόμενο ο Αντώνης Σαμαράς να ετοιμάζει «κτύπημα» στην κυβέρνηση με άρνηση δική του και πιστών σε αυτόν βουλευτών, πιθανώς κατά την ψηφοφορία για τον προϋπολογισμό της νέας χρονιάς, κάτι που θα οδηγούσε σε μείζονα κρίση με απρόβλεπτες συνέπειες για την τύχη της κυβέρνησης αλλά και την πολιτική σταθερότητα στη χώρα.
Γι’ αυτό εγκαίρως, εντοπίστηκαν οι «βουλευτές- στόχοι» κι άρχισε μια προσεκτική προσέγγισή τους, με σκοπό να ακυρωθεί μια πιθανή «ανταρσία» δια χειρός Σαμαρά στον προϋπολογισμό ή σε άλλο κρίσιμο νομοσχέδιο. Για καθέναν από τους βουλευτές αυτούς, επιστρατεύτηκαν πρόσωπα στα οποία εκείνος τρέφει εκτίμηση και θεωρεί ότι έχουν ισχυρό εκτόπισμα στην κυβέρνηση και το κόμμα. Κάτι που σε καμία περίπτωση δεν είναι αληθές. Ναι μεν ο κ. Σαμαράς μιλάει με το σύνολο των βουλευτών, όταν του το ζητήσουν οι ίδιοι, αλλά σε καμία των περιπτώσεων δεν τους προέτρεψε να το παίξουν αντάρτες έναντι στην κυβερνητική πολιτική. Ο ίδιος διαφοροποιήθηκε σε μείζονα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία, αλλά ουδέποτε κινήθηκε για να προκαλέσει ζημιά στην κυβέρνηση.
Όσοι ανέλαβαν να προσεγγίσουν βουλευτές που ήταν προνομιακοί συνομιλητές του κ. Σαμαρά είχαν την ίδια εικόνα. Ότι κανένας δεν σκέφτηκε να ρίξει την κυβέρνηση. Ούτε είχαν την προτροπή του πρώην πρωθυπουργού και πρώην αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας. Οπότε η άσκηση κριτικής εκ μέρους του κ. Σαμαρά ήταν κάτι που δεν ανεχόταν το Μαξίμου. Και αυτός ήταν ο λόγος της αποπομπής του πρώην πρωθυπουργού.
Ακόμη και αυτοί που δεν ψήφισαν το νόμο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών που σημαίνει και τεκνοθεσία το έκαναν όχι με προτροπή του κ. Σαμαρά, αλλά με βάση τα όσα είπε ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης ότι οι υπουργοί και βουλευτές είναι ελεύθεροι να ψηφίσουν κατά συνείδηση. Και αυτοί το έπραξαν με βάση την συνείδηση τους και με βάση το τι ήθελε η βάση, που όπως αποδείχθηκε και στις ευρωεκλογές ήταν οριζόντια και κάθετα εναντίον της συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης.