Στο χαμηλότερο ποσοστό από το 2004 καταγράφεται η νομοθετική συναίνεση της αντιπολίτευσης στα νομοσχέδια που έφερε προς ψήφιση η κυβερνητική πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο μετά τις τελευταίες εθνικές εκλογές και μέχρι το τέλος του έτους (Ιούλιος-Δεκέμβριος 2023), σύμφωνα με τον Δείκτη Νομοθετικής Συναίνεσης που δημοσιεύει το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα κύρια ευρήματα του Δείκτη:
- Κατά το διάστημα Ιούλιος 2023-Δεκέμβριος 2023, η νομοθετική συναίνεση της αντιπολίτευσης στα νομοσχέδια που έφερε προς ψήφιση η κυβερνητική πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο είχε ως εξής:
- ΣΥΡΙΖΑ: 11,1%.
- ΠΑΣΟΚ: 29,6%.
- ΚΚΕ: 0%.
- ΕΛ: 0%.
- Σπαρτιάτες: 7,4%.
- Νέα Αριστερά: 0%.
- Νίκη: 14,8%.
- Πλεύση Ελευθερίας: 7,4%.
- Η μέση νομοθετική συναίνεση των κομμάτων της αντιπολίτευσης διαμορφώθηκε στο 11,5%, το χαμηλότερο ποσοστό της περιόδου 2004-2023. Η χαμηλή αυτή νομοθετική συναίνεση μπορεί να ερμηνευθεί ως αύξηση της πόλωσης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης ως προς το νομοθετικό έργο.
- Η νομοθετική συναίνεση του ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση στην τρέχουσα Βουλή βρίσκεται στο χαμηλότερο ποσοστό της περιόδου 2004-2023 με 11,1%, έναντι 12,2% της περιόδου 2012-2015, όταν και πάλι στην αξιωματική αντιπολίτευση βρισκόταν ο ΣΥΡΙΖΑ.
- Το ΠΑΣΟΚ, από τα σχετικά υψηλά ποσοστά νομοθετικής συναίνεσης της περιόδου 2015-2023 (50%-65%), φαίνεται να μετατοπίζεται σε σχετικά χαμηλότερα ποσοστά συναίνεσης (29,6%) (βλ. Γράφημα 5, σελ. 12).
Ο Δείκτης Νομοθετικής Συναίνεσης του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών εξετάζει μια κρίσιμη παράμετρο του θεσμικού ρόλου των κομμάτων σε μία φιλελεύθερη δημοκρατία: το κατά πόσο τα κόμματα της αντιπολίτευσης συναινούν, ψηφίζοντας υπέρ επί της αρχής, στο νομοθετικό έργο της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας. Η αντιπολίτευση αποτελεί βασικό συστατικό της φιλελεύθερης δημοκρατίας, ως ένας από τους μηχανισμούς που ελέγχει την κυβέρνηση και ελέγχεται από άλλους θεσμούς. Η μελέτη της κοινοβουλευτικής συμπεριφοράς των κομμάτων της αντιπολίτευσης ως προς τη διαμόρφωση της εφαρμοσμένης πολιτικής αφενός καταδεικνύει τον βαθμό συναίνεσης ή ρήξης εντός του κομματικού συστήματος, δηλαδή των φορέων πολιτικής εκπροσώπησης των πολιτών στην φιλελεύθερη δημοκρατία, και αφετέρου ελέγχει τις τοποθετήσεις των κομμάτων επί συγκεκριμένων προτάσεων πολιτικής σε βάθος χρόνου. Κατ’ επέκταση, ανιχνεύει τον βαθμό προγραμματικής ή/και ιδεολογικής σύγκλισης ή απόκλισης των κομμάτων της αντιπολίτευσης με την εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία.
Επίσης, η μελέτη καλύπτει ένα σημαντικό ερευνητικό κενό στο ζήτημα της ανάλυσης και ερμηνείας της συμπεριφοράς της αντιπολίτευσης, το οποίο έχει διερευνηθεί εκτενώς στη διεθνή ακαδημαϊκή έρευνα.