Του Άλκη Ν. Δερβιτσιώτη*
Αν και η ανακοίνωση της περίληψης της απόφασης είναι κατατοπιστική, ασφαλέστερο είναι να μελετηθεί το πλήρες κείμενο όταν η απόφαση καθαρογραφεί.
Ωστόσο υπάρχουν μερικά σημεία τα οποία προκαλούν ευλόγως το ενδιαφέρον. Σημειώνω προκαταβολικώς ότι κατά την ανωτέρω περίληψη της απόφασης το βασικό είναι η εξαπάτηση του εκλογικού σώματος από το κόμμα «Σπαρτιάτες» διότι ο εν λόγω σχηματισμός δεν είχε ως αρχηγό τον εμφανιζόμενο άλλα άλλον υποκρυπτόμενο.
Δεδομένης της συνταγματικής διάταξης του άρθρου 52 του Συντάγματος που ορίζει ότι «η ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, ως έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας τελεί υπό την εγγύηση όλων των λειτουργιών της Πολιτείας που έχουν υποχρέωση να τη διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση». Η διάταξη αυτή ανατρέχει στα σημεία πριν την εκλογική αναμέτρηση όπου διαμορφώνονται τα παραγωγικά αίτια της βουλήσεως κάθε εκλογέα, η διαμόρφωση των οποίων προστατεύεται πλήρως. Γι’ αυτό άλλωστε ο κοινός νομοθέτης προέβλεψε την απαγόρευση ανακήρυξης υποψηφίων κόμματος με υποκρυπτόμενο αρχηγό. Ωστόσο παραμένει σε εκκρεμότητα πληρέστερη και λεπτομερής ρύθμιση ώστε η όλη διαδικασία να καταλήγει θετικά ή αποθετικά πριν την εκλογική αναμέτρηση.
Σημείο προβληματισμού δεύτερο: Η Βουλή από τούδε και εφεξής διαθέτει τρεις βουλευτές λιγότερους και μάλιστα με απόφαση Εκλογοδικείου; Το Εκλογοδικείο δεν μπορεί να μειώσει τον αριθμό των βουλευτών ο οποίος ορίζεται από τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1 κατά την οποία «ο αριθμός των βουλευτών ορίζεται με νόμο δεν μπορεί όμως να είναι μικρότερος από διακόσιους ούτε μεγαλύτερος από τριακόσιους». Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός των Βουλευτών έχει καθορισθεί από τον σχετικό εκλογικό νόμο και μπορεί να μειωθεί μόνο με νόμο και, μόνο, εντός των ορίων της εν λόγω διάταξης. Το Εκλογοδικείο επομένως δεν μπορεί να απαγορεύσει -και δεν απαγόρευσε- τη διενέργεια αναπληρωματικών εκλογών, αλλά επισήμανε ότι ο ν. 345/1976 δεν προβλέπει τη διενέργειά τους. Αυτό όμως προβλέπει το άρθρο 53 παρ. 2 του Συντάγματος, καθιστώντας τις αναπληρωματικές εκλογές μη αναγκαίες, μόνο αν οι έδρες κενώθηκαν το τελευταίο έτος της κοινοβουλευτικής περιόδου.
Κάτι τελευταίο: Το Σύνταγμα διακρίνει μεταξύ του «όλου αριθμού των βουλευτών» και «των παρόντων βουλευτών». Ο όρος «όλος αριθμός των βουλευτών» σημαίνει το νόμιμο αριθμό των βουλευτών, δηλαδή τους τριακόσιους. Συνεπώς όπου το Σύνταγμα χρησιμοποιεί τον «όλο αριθμό των βουλευτών» η απαιτούμενη πλειοψηφία υπολογίζεται επί των τριακοσίων βουλευτών, ανεξαρτήτως από τον αριθμό των παρόντων.
*Ο κ. Άλκης Δερβιτσιώτης είναι Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στην Νομική Σχολή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης