
Του Βασίλη Ταλαμάγκα
Το ενδεχόμενο μιας συμφωνίας ΗΠΑ–Ρωσίας στο ουκρανικό μέτωπο θα είχε τεράστιες συνέπειες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, την ισορροπία δυνάμεων και τον ρόλο των περιφερειακών κρατών – μεταξύ αυτών και της Ελλάδας. Σε ένα τέτοιο σενάριο,- να δούμε τις εξελίξεις και μετα την Πέμπτη – το οποίο θα αναδιαμόρφωνε πλήρως το γεωπολιτικό τοπίο, οι εθνικές στρατηγικές μικρών και μεσαίων κρατών θα δοκιμάζονταν, καθώς η σταθερά της αμερικανικής παρουσίας στην Ανατολική Ευρώπη θα άλλαζε μορφή.
Μια πιθανή -συνεχής- «συμφιλίωση» Ουάσιγκτον–Μόσχας θα μπορούσε να προκύψει είτε από κόπωση των δύο πλευρών είτε από μια ευρύτερη ανάγκη μετατόπισης πόρων προς την Ασία, όπου η άνοδος της Κίνας πιέζει ολοένα και περισσότερο το διεθνές σύστημα. Η Ουκρανία, σε μια τέτοια περίπτωση, θα μετατρεπόταν από κεντρικό πεδίο αντιπαράθεσης σε παράγοντα διαπραγμάτευσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές ανησυχίες θα εξαφανίζονταν· αντίθετα, η αβεβαιότητα θα μεγάλωνε, καθώς το ΝΑΤΟ θα έπρεπε να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο του.
Την ίδια στιγμή, η κινεζική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια γίνεται όλο και πιο δραστήρια. Οι επενδύσεις, η τεχνολογική διείσδυση και η οικονομική εξάρτηση αποτελούν εργαλεία «πίεσης» που δεν είναι πάντα εμφανή αλλά έχουν σημαντικό στρατηγικό βάρος. Για την Ελλάδα, η οποία ήδη φιλοξενεί σημαντικές κινεζικές επενδύσεις, ο κίνδυνος προκύπτει όταν η οικονομική σχέση μετατρέπεται σε γεωπολιτικό μοχλό επιρροής. Η διεθνής σκηνή δείχνει ότι η Κίνα χρησιμοποιεί ολοένα και πιο αποτελεσματικά τη διασύνδεση εμπορίου και πολιτικής, γεγονός που απαιτεί προσοχή και προνοητικό σχεδιασμό.
Σε αυτό το περίπλοκο περιβάλλον, το ερώτημα που αναδύεται είναι αν η Ελλάδα ασκεί ουσιαστική εξωτερική πολιτική ή απλώς αντιδρά στις εξελίξεις. Η χώρα μας βρίσκεται σε μια περιοχή όπου τέμνονται η ρωσική ενεργειακή επιρροή, οι αμερικανικές στρατηγικές δέσμες, η τουρκική αναθεωρητική πολιτική και η κινεζική οικονομική παρουσία. Αυτό το πολυσύνθετο πλέγμα απαιτεί μια εξωτερική πολιτική που να είναι ταυτόχρονα ευέλικτη και σταθερή, αλλά κυρίως να στηρίζεται σε μακροπρόθεσμη στρατηγική και όχι μόνο σε συγκυριακές επιλογές.
Η Ελλάδα οφείλει να βλέπει την εξωτερική της πολιτική ως πεδίο όπου μπορεί να διαμορφώνει εξελίξεις και όχι απλώς να τις ακολουθεί. Αυτό σημαίνει ενίσχυση της διπλωματίας, καλλιέργεια νέων συμμαχιών πέραν των παραδοσιακών, αξιοποίηση της γεωγραφικής και ενεργειακής της θέσης και, φυσικά, ενεργή συμμετοχή στη διαμόρφωση των ευρωπαϊκών στρατηγικών.
Η γεωπολιτική πραγματικότητα αλλάζει, συχνά πιο γρήγορα απ’ όσο προλαβαίνουν οι κυβερνήσεις να προσαρμοστούν. Αν οι ΗΠΑ και η Ρωσία καταλήξουν σε μια νέα ισορροπία δυνάμεων, αν η Κίνα εντείνει την παγκόσμια παρουσία της και αν η Ευρώπη παραμείνει διχασμένη, τότε η Ελλάδα πρέπει να έχει ήδη χαράξει τη δική της πορεία. Μια χώρα στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων δεν έχει την πολυτέλεια της αδράνειας· χρειάζεται αυτοπεποίθηση, σχέδιο και διορατικότητα για να προστατεύσει τα συμφέροντά της σε έναν κόσμο που αλλάζει ταχύτατα.






