Αναβρασμός επικρατεί στη Νέα Δημοκρατία, με τις εσωκομματικές εντάσεις να κορυφώνονται εν μέσω ραγδαίων γεωπολιτικών εξελίξεων. Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε αιφνιδιαστικά να ζητήσει προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή για τα Ελληνοτουρκικά και την εξωτερική πολιτική, μια κίνηση που φανερώνει την πίεση που ασκείται στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος .
Η απόφαση αυτή έρχεται στον απόηχο της μη συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, η οποία έχει προκαλέσει αντιδράσεις τόσο στο πολιτικό σκηνικό όσο και εντός της Νέας Δημοκρατίας. Η απουσία σαφών δεσμεύσεων από την τουρκική πλευρά, σε συνδυασμό με τις ερμηνείες που δόθηκαν, έχουν δημιουργήσει αμφιβολίες και δυσφορία μεταξύ βουλευτών και ιστορικών στελεχών του κόμματος.
Πολλοί βουλευτές εκφράζουν έντονο προβληματισμό για την κατεύθυνση της εξωτερικής πολιτικής, θεωρώντας ότι υπάρχει έλλειψη στρατηγικής και ξεκάθαρων “κόκκινων γραμμών” απέναντι στην Άγκυρα. Οι φόβοι για παραχωρήσεις ή για μια πολιτική “κατευνασμού” έχουν φουντώσει, ειδικά μετά τη διαρροή πληροφοριών για συμφωνίες χαμηλής έντασης, χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα από την τουρκική πλευρά.
Παράλληλα, έντονη είναι η φημολογία ότι ορισμένα κορυφαία στελέχη της παράταξης, όπως οι πρώην πρωθυπουργοί Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς, ετοιμάζουν νεες παρεμβάσεις. Οι δύο πολιτικοί διατηρούν σταθερές, παραδοσιακές θέσεις για τα εθνικά θέματα, και ενδεχόμενη διαφοροποίησή τους από την κυβερνητική γραμμή θα έχει ισχυρό πολιτικό και επικοινωνιακό αποτύπωμα.
Ο Κώστας Καραμανλής, αν και διαχρονικά επιλέγει να τοποθετείται θεσμικά και με φειδώ, φέρεται να βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με στελέχη που εκφράζουν σκεπτικισμό για την τρέχουσα στρατηγική. Από την άλλη, ο Αντώνης Σαμαράς έχει εκφραστεί ανοικτά στο παρελθόν ενάντια σε κάθε μορφή “συνεκμετάλλευσης” ή διαλόγου υπό πίεση. Το πολιτικό παρασκήνιο θέλει τον Σαμαρά να ετοιμάζει δημόσια παρέμβαση, είτε εντός Βουλής είτε μέσω άρθρου, κάτι που αναμένεται με ενδιαφέρον.
Η “προ ημερησίας” συζήτηση που επιδιώκει ο Πρωθυπουργός εντάσσεται προφανώς στην προσπάθεια να προλάβει αυτές τις παρεμβάσεις και να επανακτήσει τον έλεγχο του αφηγήματος. Με φόντο και τις δημοσκοπικές φθορές που είναι πλέον έντονες , η κυβέρνηση φαίνεται πως επιδιώκει να ενισχύσει το προφίλ αποφασιστικότητας του Πρωθυπουργού, χωρίς όμως να έχει πείσει ακόμα το εσωτερικό του κόμματος.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που προειδοποιούν για ενδεχόμενο νέου κύματος εσωκομματικής κριτικής, παρόμοιο με εκείνο που προκλήθηκε με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών το 2018 στην τότε κυβέρνηση που οδήγησε στην ουσία στην πτώση της .
Όλα δείχνουν πως η κοινοβουλευτική συζήτηση που επίκειται θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμη. Ο Πρωθυπουργός θα επιχειρήσει να παρουσιάσει μια ενιαία εθνική στρατηγική και να ζητήσει συστράτευση. Το ερώτημα είναι εάν αυτό θα καταφέρει να σβήσει τις εσωτερικές φωτιές ή αν θα λειτουργήσει ως καταλύτης για νέες ρήξεις και πολιτικές εξελίξεις.
Το μεγάλο φιάσκο της Νέας Υόρκης με την ακύρωση από την πλευρά του Τούρκου Προέδρου της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν περιπλέκει ακόμα περισσότερο την δύσκολη εξίσωση των Ελληνοτουρκικών, με τον Ερντογάν να βγαίνει αναβαθμισμένος και στη Διεθνή Κοινότητα μετά το ραντεβού του στο Οβάλ γραφείο του Λευκού Οίκου με τον Αμερικανό Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
Πλέον υπάρχουν προβληματισμοί αλλά και ανησυχία για το πιθανό ενδεχόμενο η Άγκυρα να κλιμακώσει την ένταση σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο με αφορμή είτε την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου είτε την στάση της Αθήνας για το ενδεχόμενο τουρκικής συμμετοχής στο πρόγραμμα SAFE.
Βεβαίως, το Μαξίμου γνωρίζει πολύ καλά το μέγεθος των αντιδράσεων που ήδη υπάρχουν όπως επίσης γνωρίζει πολύ καλά και πως θα δεχτεί ακόμα πιο έντονη κριτική για την κατευναστική πολιτική του έναντι της σκληρής αναθεωρητικής ατζέντας της Τουρκίας και για την πλήρη αδυναμία του να αποκτήσει σοβαρές προσβάσεις στον Λευκό Οίκο, αλλά και για το σύνολο των «ανερμάτιστων» επιλογών του συνολικά στην εξωτερική πολιτική.
Πολύ δε περισσότερο που διατηρεί ακόμα στη θέση του τον υπουργό Εξωτερικών, Γιώργο Γεραπετρίτη, που έχει τεράστιες ευθύνες για το «Βατερλώ» στα Ελληνοτουρκικά και την πλήρη αποθράσυνση της Άγκυρας.
Απέναντί του το Μαξίμου δεν έχει μόνο την κριτική της αντιπολίτευσης, αλλά πλέον έχει ανοιχτά και μια πλειάδα προσώπων της γαλάζιας Κοινοβουλευτικής Ομάδας .
Ήδη και πριν το «φιάσκο» της Νέας Υόρκης μια μεγάλη ομάδα βουλευτών της Ν.Δ. (υπολογίζεται μεταξύ 15 και 20 ατόμων) ετοίμαζε ερώτηση-φωτιά για τα Ελληνοτουρκικά στη Βουλή.