Του Βασιλη Ταλαμαγκα
Στην εποχή της κυριαρχίας των social media ως εκ των βασικών διαύλων ενημέρωσης, διάδοσης ιδεών και πολιτικού σχολιασμού, η αμεροληψία και η πλουραλιστική έκφραση απόψεων υποχωρούν ολοένα και περισσότερο μπροστά στη μονολιθική επικράτηση συγκεκριμένων αφηγημάτων. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και ανησυχητικά φαινόμενα της τελευταίας δεκαετίας είναι η εντεινόμενη πολιτική και ιδεολογική προπαγάνδα που προβάλλεται στα κοινωνικά δίκτυα, γύρω από το άτυπο αλλά πανίσχυρο δόγμα: «Πας μη Αριστερός η δεξιος , Βάρβαρος».
Πρόκειται για μια προσέγγιση που χαρακτηρίζεται από έντονο μανιχαϊσμό, δηλαδή μια διαίρεση του κόσμου σε καλούς και κακούς, όπου ο “καλός” είναι πάντα όποιος αυτοπροσδιορίζεται ως προοδευτικός, αριστερός, ή κοινωνικά ευαίσθητος, και ο “κακός” – ή ακόμη χειρότερα, ο “επικίνδυνος” – είναι όποιος τολμά να εκφράσει διαφορετική άποψη.
Μπορεί να ακούγεται βαρύ αλλά οι αναλυτές της επικοινωνίας πιστεύουν ότι η προπαγάνδα αυτού του τύπου δεν είναι νέα. Ο Γκαίμπελς, υπουργός Προπαγάνδας του Γ’ Ράιχ, είχε κατανοήσει τη δύναμη του μονολόγου και της επανάληψης. Έλεγε: “Πες ένα ψέμα αρκετά δυνατά και αρκετά συχνά και θα γίνει αλήθεια.” Αυτό το δόγμα φαίνεται να εφαρμόζεται, μεταμφιεσμένο βεβαίως σε αντιφασιστικό και ανθρωπιστικό ένδυμα, στα σημερινά social media. Η χρήση όρων-ταμπελών όπως “φασίστας”, “σεξιστής”, “ρατσιστής”, “ομοφοβικός”, “νεοφιλελεύθερος”, ακόμα και “ψεκασμένος”, έχει εξελιχθεί σε όπλο κατά οποιασδήποτε φωνής τολμά να παρεκκλίνει από την κυρίαρχη ιδεολογική νόρμα.
Η επιβολή αυτής της κουλτούρας αποκλεισμού δημιουργεί ένα νοσηρό περιβάλλον δημόσιου διαλόγου. Όποιος δεν εντάσσεται στο αφήγημα που συμφέρει , αυτομάτως δαιμονοποιείται, λοιδορείται, και πολλές φορές αποκλείεται. Έτσι, το δόγμα “Πας μη Αριστερός ,η δεξιος Βάρβαρος” δεν είναι απλώς ρητορική υπερβολή. Είναι μια στρατηγική φίμωσης που χρησιμοποιεί ηθική υπεροχή για να επιβάλλει ιδεολογική κυριαρχία.
Η οποια ιδεολογία, είτε σε σοσιαλιστική είτε σε πιο «δικαιωματική» , είτε σε φιλελεύθερη εκδοχή , παρουσιάζεται στα social media ως ο μόνος φορέας ηθικής. Η ευαισθησία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το περιβάλλον, τις μειονότητες, το φύλο, παρουσιάζεται ως μονοπώλιο κάποιων , ενώ κάθε άλλη προσέγγιση απορρίπτεται ως απάνθρωπη, οπισθοδρομική ή επικίνδυνη.
Αυτό οδηγεί σε έναν τεχνητό διχασμό της κοινωνίας, όπου δεν υπάρχουν πλέον πολίτες με διαφορετικές οπτικές, αλλά “καλοί” και “κακοί”. Δεν υπάρχει γόνιμος διάλογος, παρά μόνο προσπάθεια ιδεολογικής επιβολής. Ο δημόσιος χώρος, ειδικά στο διαδίκτυο, μετατρέπεται σε πεδίο μάχης, όπου η διαφωνία ισοδυναμεί με εχθρότητα.
Πολιτικοί αναλυτές και κοινωνιολόγοι παρατηρούν με ανησυχία την εξάπλωση των “ψηφιακών λαϊκών δικαστηρίων” – των διαδικτυακών όχλων που εφορμούν εναντίον προσώπων ή φορέων επειδή διατύπωσαν άποψη διαφορετική από την “κρατούσα “. Το φαινόμενο αυτό εκδηλώνεται με οργανωμένες επιθέσεις στα σχόλια, στοχοποίηση προσώπων, μαζικές αναφορές για διαγραφή, καθώς και με ψυχολογική βία, ειρωνεία και εξευτελισμό.
Η συνέπεια; Αυτολογοκρισία. Πολλοί πολίτες, δημοσιογράφοι, ακόμη και πολιτικοί, αποφεύγουν πλέον να εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους, φοβούμενοι τον στιγματισμό ή την “καταδίκη” της κοινωνικής πλειοψηφίας του Twitter ή του Facebook. Η ελευθερία της έκφρασης υποχωρεί μπροστά στον φόβο της «κακής δημοσιότητας».
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που γεννά το δόγμα “Πας μη Αριστερός, η δεξιος βάρβαρος ” είναι η πολιτική υποκρισία. Ενώ προβάλλεται το αφήγημα της συμπερίληψης και της διαφορετικότητας, στην πράξη εφαρμόζεται η πιο σκληρή μορφή αποκλεισμού όσων δεν ταυτίζονται με τις κυρίαρχες ιδέες.
Όταν μια πολιτική ή ιδεολογική κατεύθυνση θεωρείται αυτονόητα ανώτερη από όλες τις άλλες και οποιαδήποτε διαφωνία απορρίπτεται ως ηθικά απαράδεκτη, τότε βρισκόμαστε μπροστά σε ένα επικίνδυνο φαινόμενο: την ιδεολογική αυταρχικότητα.
Αυτό το κλίμα δεν καλλιεργεί δημοκρατική συνείδηση, αλλά φανατισμό και πολιτικό δογματισμό. Η δημοκρατία στηρίζεται στον διάλογο, τη διαφωνία, την ανοχή και την αναζήτηση κοινών τόπων. Όταν αυτά αντικαθίστανται από πόλωση, δαιμονοποίηση και εκφοβισμό, τότε η ίδια η δημοκρατική λειτουργία υπονομεύεται.
Η αντιμετώπιση αυτής της μονολιθικής προπαγάνδας δεν μπορεί να έρθει με αντίστροφο φανατισμό ή με την προσπάθεια επιβολής άλλου δόγματος. Αντιθέτως, χρειάζεται:
-Ξεκάθαρη ενίσχυση της κριτικής σκέψης: Ο πολίτης οφείλει να αμφισβητεί, να ερευνά και να μην δέχεται άκριτα όσα του σερβίρονται, είτε από την Αριστερά είτε από οποιονδήποτε άλλο.
-Δημιουργία χώρων ελεύθερου διαλόγου: Πλατφόρμες και μέσα που δίνουν βήμα σε διαφορετικές απόψεις χωρίς λογοκρισία.
-Αναγνώριση της ποικιλομορφίας των απόψεων: Δεν υπάρχει μία αλήθεια. Υπάρχουν πολλές οπτικές, και καμία ιδεολογία δεν έχει το μονοπώλιο της ηθικής.
-Καταδίκη του διαδικτυακού τραμπουκισμού: Η στοχοποίηση δεν είναι ακτιβισμός, είναι εκφοβισμός και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοιος.
Το δόγμα “Πας μη Αριστερός, η δεξιος Βάρβαρος” είναι μια σύγχρονη μορφή ιδεολογικού αυταρχισμού που κρύβεται πίσω από λέξεις-κλειδιά όπως «πρόοδος», «δικαιώματα» και «αλληλεγγύη». Ωστόσο, όσο περισσότερο επιβάλλεται, τόσο περισσότερο υπονομεύει τις αρχές του δημοκρατικού διαλόγου και της ελεύθερης κοινωνίας. Για πολλούς υπονομεύει και τις ιδιες τις ιδεολογικοπολιτικές αξίες της αριστερας η της δημοκρατικής δεξιάς .
Η πολιτική διαφορετικότητα είναι πλούτος, όχι απειλή. Και μόνο μέσα από την ελεύθερη έκφραση όλων των απόψεων μπορεί να χτιστεί μια πραγματικά προοδευτική και ανοιχτή κοινωνία.