Του Βασίλη Ταλαμάγκα
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αν και ιδρύθηκε στη βάση της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης των λαών της Ευρώπης, εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από έντονες ανισότητες μεταξύ των κρατών-μελών της. Μία από τις πλέον εμφανείς διαιρέσεις είναι αυτή μεταξύ του Βορρά και του Νότου της Ευρώπης. Το χάσμα αυτό –οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό– δεν είναι νέο, όμως τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει στο προσκήνιο, απειλώντας ευθέως τη συνοχή και το μέλλον της Ένωσης.
Οι χώρες του Βορρά, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Σουηδία και η Δανία, θεωρούνται οικονομικά ισχυρές, με σταθερά δημόσια οικονομικά, υψηλή παραγωγικότητα και ισχυρούς θεσμούς. Αντιθέτως, οι χώρες του Νότου, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, αντιμετωπίζουν διαρθρωτικά προβλήματα, υψηλό δημόσιο χρέος, ανεργία και μειωμένη ανταγωνιστικότητα. Η οικονομική κρίση του 2008 και η κρίση χρέους που ακολούθησε ανέδειξαν με δραματικό τρόπο αυτές τις ανισορροπίες.
Η αντιμετώπιση των οικονομικών κρίσεων από την ΕΕ με πολιτικές λιτότητας, κυρίως στον Νότο, ενίσχυσε την αίσθηση αδικίας και τροφοδότησε την κοινωνική δυσαρέσκεια. Η επιβολή αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων από τον Βορρά, χωρίς αντίστοιχη αλληλεγγύη, δημιούργησε την εικόνα μιας “διαιρεμένης Ευρώπης”, όπου τα συμφέροντα των κρατών δεν ευθυγραμμίζονται. Ο Νότος κατηγορεί τον Βορρά για αλαζονεία και έλλειψη κατανόησης, ενώ ο Βορράς βλέπει τον Νότο ως αναξιόπιστο και σπάταλο.
Η πανδημία του COVID-19 αποτέλεσε μια σημαντική καμπή. Το Ταμείο Ανάκαμψης που θεσπίστηκε το 2020 ήταν μια προσπάθεια για περισσότερη αλληλεγγύη και κοινή οικονομική διαχείριση. Ωστόσο, οι διαφορετικές ταχύτητες ανάκαμψης και η συγκέντρωση πλούτου στον Βορρά επιβεβαιώνουν πως οι διαφορές παραμένουν βαθιές. Επιπλέον, η νέα πράσινη μετάβαση και η ψηφιακή ανάπτυξη τείνουν να ευνοούν περισσότερο τις ήδη αναπτυγμένες οικονομίες του Βορρά.
Το χάσμα αυτό δεν είναι μόνο οικονομικό. Υπάρχουν και πολιτισμικές, θεσμικές και πολιτικές διαφορές, που εκδηλώνονται στις στάσεις απέναντι στη μετανάστευση, στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και στη διαχείριση κρίσεων. Αυτές οι διαφορές επηρεάζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στην ΕΕ και ενισχύουν τον ευρωσκεπτικισμό, ιδιαίτερα σε χώρες που αισθάνονται πως παραγκωνίζονται ή υποτιμώνται.
Αν η ΕΕ δεν αντιμετωπίσει ουσιαστικά το χάσμα Βορρά-Νότου, η ενότητά της θα συνεχίσει να απειλείται. Απαιτείται μια νέα προσέγγιση βασισμένη στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και στην εξισορρόπηση των αναπτυξιακών ευκαιριών. Μόνο μέσα από μια ουσιαστική σύγκλιση και αλληλεγγύη μπορεί η Ευρώπη να παραμείνει ενωμένη, ισχυρή και προοδευτική στο μέλλον. Στα παραπάνω αν προστεθεί και το εμφανές έλλειμα πολιτικής ηγεσίας θα κατανοήσει κανείς ότι το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να μας προβληματίσει.