Μια βιομηχανία που ανθεί στην σημερινή Ελλάδα: Το Λαθρεμπόριο υγρών Καυσίμων
Πριν λίγες μέρες αποκαλύφθηκε ένα από τα πιο εκτεταμένα δίκτυα λαθρεμπορίας και εξαπάτησης οδηγών που έχει αποκαλυφθεί τα τελευταία χρόνια και αφορούσε 250 πρατήρια καυσίμων σε όλη τη χώρα.
Σύμφωνα με τις αρχές, οι πρατηριούχοι σε συνεργασία με εταιρείες εγκατάστασης αντλιών, χρησιμοποιούσαν εξειδικευμένο λογισμικό που τους επέτρεπε να κλέβουν καύσιμο από τα ρεζερβουάρ των οχημάτων, χωρίς οι οδηγοί να το αντιλαμβάνονται. Το σύστημα εκροών-εισροών αλλοιωνόταν, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να πληρώνουν κανονικά, αλλά να λαμβάνουν έως και 30% λιγότερο καύσιμο.
Με τη βοήθεια προγραμματιστών, δημιούργησαν ένα λογισμικό που όχι μόνο έκρυβε την κλοπή καυσίμου, αλλά επέτρεπε στους λαθρέμπορους να διακινούν παράνομα καύσιμα, πιθανώς και νοθευμένα, τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά.
Δυστυχώς η υπόθεση αυτή αναδεικνύει για ακόμη μία φορά το πόσο ευάλωτη είναι η ελληνική αγορά καυσίμων, αλλά και το πώς η υψηλή φορολογία και οι ακραίες τιμές δημιουργούν τις συνθήκες για την άνθηση του λαθρεμπορίου, που πλέον δεν γνωρίζει σύνορα.
Το Κίνημά μας σχεδόν από την πρώτη στιγμή κοινοβουλευτικής παρουσίας έχει προτείνει μερικές απλές λύσεις που θα μπορούσαν να συμβάλουν στον περιορισμό του λαθρεμπορίου καυσίμων στη χώρα μας.
Σχεδόν στο σύνολό τους τέτοιες επιχειρήσεις που είτε κάνουν λαθρεμπορία είτε φοροδιαφεύγουν συστηματικά, έχουν «εικονικούς» νόμιμους εκπροσώπους αλλοδαπούς ή υπέργηρους πολίτες με «καθαρά ΑΦΜ», ώστε να προστατεύεται ο πραγματικός δικαιούχος – ιδιοκτήτης της επιχείρησης που φοροδιαφεύγει.
Προτείναμε η Φορολογική Διοίκηση να δύναται να αναστέλλει τη χρήση ή να προβαίνει σε απενεργοποίησή του Α.Φ.Μ., εκτός των «εικονικών» νομίμων εκπροσώπων και κατόπιν σχετικής έρευνας, των πραγματικών δικαιούχων – ιδιοκτητών των επιχειρήσεων που φοροδιαφεύγουν και άμεσα να δεσμεύονται τα περιουσιακά στοιχεία τους.
Πιστεύουμε ότι το μέτρο της απενεργοποίησής του Α.Φ.Μ., θα συμβάλλει στην αποτελεσματικότερη πρόληψη και αποθάρρυνση των επιχειρηματιών, εκείνων, οι οποίοι εργαλειοποιούν την οικονομική ένδεια αλλοδαπών ή την προκεχωρημένη ηλικία συμπολιτών μας, για να καθιδρύσουν εικονικές και κατάφορτες με φορολογικά χρέη επιχειρήσεις, εισπράττοντας μη αποδοθέντα χρηματικά ποσά ΦΠΑ και προβαίνοντας στο λαθρεμπόριο καυσίμων.
Εδώ και μερικά χρόνια λειτουργεί το Παρατηρητήριο Τιμών Υγρών Καυσίμων, το οποίο είναι μια επίσημη διαδικτυακή πλατφόρμα του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, η οποία παρέχει ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τις λιανικές τιμές πώλησης των καυσίμων σε όλη την Ελλάδα. Θα μπορούσε σε καθημερινή βάση να γίνεται σύγκριση των τιμών χονδρικής πώλησης των διυλιστηρίων προς τα πρατήρια, όταν εντοπίζονται πρατήρια που πουλάνε καύσιμα με τιμές μικρότερες των τιμών χονδρικής πώλησης των διυλιστηρίων, αυτό να θεωρείται ως ισχυρή ένδειξη λαθρεμπορίας στα συγκεκριμένα πρατήρια και να γίνεται έλεγχος.
Το σύστημα εισροών-εκροών, μας δείχνει τις πωλήσεις καυσίμων του κάθε πρατηρίου Υγρών Καυσίμων. Αν συσχετίσουμε τις εκροές καυσίμων με τις εισπράξεις, θα πρέπει οι εκροές καυσίμων να είναι αναλογικές, μεγάλες αποκλίσεις είναι ένδειξη λαθρεμπορίας στα συγκεκριμένα πρατήρια. Για παράδειγμα, ένα πρατήριο κάνει ημερήσιο τζίρο 100 χιλ. ευρώ από πωλήσεις αμόλυβδης βενζίνης, δεν θα είναι λογικό οι εκροές να είναι 5.000 λίτρα, εκτός και αν πουλάει με τιμή λίτρου 20 ευρώ! Σε αυτή την περίπτωση είναι φανερό πως πωλούνται υγρά καύσιμα εκτός του συστήματος εισροών-εκροών, από μη δηλωμένες δεξαμενές αποθήκευσης.
Επιστρέφουμε και πάλι στους «εικονικούς» νόμιμους εκπροσώπους. Οι αχυράνθρωποι στα πρατήρια καυσίμων είναι ένα από τα κόλπα που χρησιμοποιούνται στο λαθρεμπόριο καυσίμων για να αποφεύγονται οι κυρώσεις και να συνεχίζεται η παράνομη δραστηριότητα χωρίς να εντοπίζονται οι πραγματικοί υπεύθυνοι. Ο αχυράνθρωπος είναι ένα άτομο που εμφανίζεται ως ιδιοκτήτης ή διαχειριστής ενός πρατηρίου, ενώ στην πραγματικότητα το πρατήριο ελέγχεται από τρίτα πρόσωπα, συνήθως λαθρεμπόρους ή ισχυρούς επιχειρηματίες.
Αν το πρατήριο εντοπιστεί να παρανομεί, ο φερόμενος ως ιδιοκτήτης (ο αχυράνθρωπος) φορτώνεται όλες τις κατηγορίες. Συνήθως πρόκειται για άτομα που δεν έχουν οικονομική επιφάνεια, είναι υπερήλικες ή αλλοδαποί, οπότε τα πρόστιμα δεν πληρώνονται και οι πραγματικοί λαθρέμποροι μένουν στο απυρόβλητο.
Δυστυχώς ο νόμος θεωρεί υπεύθυνο τον δηλωμένο ιδιοκτήτη, χωρίς να εξετάζει πάντα ποιος πραγματικά ελέγχει το πρατήριο. Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να αλλάξει και να γίνεται στοχευόμενη έρευνα στο ποιος είναι ο πραγματικός ιδιοκτήτης όταν εντοπίζεται πρατήριο που κάνει λαθρεμπόριο καυσίμων.
Και ενώ όλα τα παραπάνω είναι γνωστά στην αγορά καυσίμου και στους εμπλεκόμενους φορείς όπως Πρατήρια, εταιρείες εμπορίας, Διυλιστήρια, Τελωνεία, ναυτιλιακές εταιρίες και φυσικά στα αρμόδια Υπουργεία, οι όποιες κινήσεις είναι μάλλον περιορισμένες και αναποτελεσματικές.
Αν δεν υπάρξει αυστηρός έλεγχος και πολιτική βούληση, το πρόβλημα θα συνεχιστεί, με το λαθρεμπόριο καυσίμων να στερεί από το κράτος τεράστια έσοδα και πιθανόν να στερήσει τις ζωές αθώων συμπολιτών μαςΤου Ανδρέα Βορύλλα, Βουλευτή Β2 Δυτικού τομέα Αθηνών – ΝΙΚΗ