Με το βλέμμα στραμμένο στην φετινή σοδειά είναι οι ελαιοπαραγωγοί, που κρατούν μικρό καλάθι μετά τις εξαγγελίες για το ελαιόλαδο και προσεύχονται οι καιρικές συνθήκες να ενισχύσουν την κατάσταση.
Η τιμή του ελαιόλαδου, που φέτος αυξήθηκε κατά 56%, φαίνεται σιγά σιγά να αποκλιμακώνεται, τουλάχιστον στη χονδρική. Μετά την καταστροφική προηγούμενη χρονιά που εκτίναξε στα ύψη τις τιμές του, οι καταναλωτές περιμένουν να δουν τα αποτελέσματα της νέας παραγωγής.
Ο ελαιοπαραγωγός, Αντιπρόεδρος Ένωσης Αγροτικού Συνεταιρισμού Ηρακλείου, Μύρων Χιλετζάκης μίλησε νωρίτερα σήμερα το πρωί για την την τιμή του λαδιού. «Η κλιματική αλλαγή έχει επηρεάσει την Ευρώπη και την μεσόγειο. Όλα εξαρτώνται από την κλιματική αλλαγή. Η κλιματική αλλαγή και τα αποτελέσματα που έχουμε μειώνουν κάθε μέρα την παραγωγή. Ακριβώς το ίδιο φαινόμενο βλέπουμε και στη χώρα μας. Πέρσι είδαμε μια αφορία, φέτος υπάρχει μια – σε σχέση με πέρσι – αύξηση της τάξεως του 50%. Αυτό σε κιλά μεταφράζεται σε 200.000 τόνους ελαιόλαδο», ανέφερε και συνέχισε:
«Δυστυχώς η κλιματική αλλαγή πλήττει τον ελληνικό ελαιώνα. Κατά 80% έχει πρόβλημα ύδρευσης. Πρόπερσι παράξαμε 350.000 τόνους ελαιόλαδο. Η χώρα μας βγαίνει, αν καταφέρουμε να πάμε στους 200.000 τόνους. Είδαμε στην κακοκαιρίας που έγινε, πως περιοχές που παράγουν λάδι, είχαν χαλαζοπτώσεις. Αυτό ράβδισε τις ελιές, τραυμάτισε τον καρπό».
Ο ίδιος επεσήμανε πως η τιμή του ελαιολάδου έχει πέσει στον παραγωγό και είναι σήμερα στα 7,5 ευρώ. Στον καταναλωτή δεν έχει πέσει όμως. «Αν δεν βρέξει τους επόμενους μήνες θα πούμε το λάδι λαδάκι. Μέχρι τις 15 Οκτωβρίου θα έχουμε πλήρη εικόνα για την τιμή του λαδιού. Αν δε βρέξει μέσα στον Σεπτέμβριο και Οκτώβρη δεν βρέξει, κανένας παραγωγός δεν θα πάει να μαζέψει τις ελιές. Είχαμε ελαφρύ χειμώνα στην Κρήτη. Η Κρήτη είναι νούμερο 1 παραγωγική στο ελαιόλαδο, και έχει μεγάλο πρόβλημα με το νερό», τόνισε ο κ. Χιλετζάκης και κατέληξε:
«Δυστυχώς οι διατροφικές συνήθειες αλλάζουν, το λαδερό φαγητό αλλάζει γεύση. Οι Ισπανοί που είναι οι πρώτοι στην κατανάλωση λαδιού, το ποσοστό έχει μειωθεί κατά 80%».